Γράφει η Εύα.

 

Μέσα στις λέξεις θέλω να ξορκίσω την ύπαρξή σου. Εκείνη που ξημερώνει και βραδιάζει μέσα μου. Γίνεσαι όλα όσα θέλω κι όσα δε θέλω, όσα μισώ κι όσα αγαπώ μ’ όλο μου το είναι. Σε κλείνω στη γεύση από το δάκρυ μου και στη ρυτίδα που μου χαράζει το χαμόγελο. Σ’ αντικρίζω κι ας μη σε βλέπω.

Έχεις δει ανθρώπους να μετράνε τ’ άστρα; Εγώ κοιτώ ψηλά και δε θέλω να μετρήσω τ’αστέρια, θέλω να μετρήσω στιγμές μαζί σου, ν’ αφήσω χάδια πάνω στη σάρκα σου και να τα κάνω χνάρια μου, από κείνα που μόνο σε μένα θα δείχνουν το δρόμο για το μέσα σου. Τελικά κατάλαβα τι φοβάμαι πιο πολύ από τη μοναξιά μου. Φοβάμαι τη μοναξιά του χώρια σου. Την άλλη, ξέρεις, την έκανα φιλενάδα μου και τα λέω μαζί της πολλές φορές, μιας κι αναγκαστικά η φυγή σου μου φόρεσε φίμωτρο στα συναισθήματα.

Απ΄όλα τα «μαζί», αυτό που με πονάει ακόμη είναι η γεύση της αγκαλιάς σου. Περίεργο δεν είναι; Όλοι να ψάχνουν τη γεύση στο φιλί κι εγώ να την αναζητώ στην αγκαλιά; Τι περιμένεις; Εσύ είπες πως πιο αντιφατικό άνθρωπο δεν έχεις γνωρίσει. Επαναστάτης χωρίς αιτία, που κάθεται και περιμένει υπομονετικά πότε θα σηκώσει το λάβαρο για να εξεγερθεί στην ίδια του τη ζωή, στην ίδια του τη σκέψη.

Τι λέγαμε; Λέγαμε γι’ αγκαλιές. Ξέρεις αυτές οι ολοκληρωμένες που σε κλείνουν μέσα και δε νιώθεις κανένα συρματόπλεγμα να σε τρυπάει. Δεν υπάρχει κανένα τείχος να ορθώνεται ανάμεσα. Απλώς χώνεσαι μέσα τους κι αφήνεσαι. Ρουφάς μυρωδιές, ρουφάς αισθήσεις, δημιουργείς χρώματα κι όνειρα. Ναι, ρε γαμώτο, ονειρεύεσαι και ζωγραφίζεις και πλάθεις. Γίνεσαι πλάστης και δίνεις σχήματα και μορφές σε όσα κλείδωνες μέσα σου.

Ακόμη και τώρα αυτό μου λείπει, να ξέρεις. Ο τρόπος που μ’ έμαθες να δημιουργώ. Αυτό που είδα όταν καθρεφτίστηκα για πρώτη φορά στα μάτια σου. Το να ερωτευτείς έναν άλλο άνθρωπο δεν είναι δύσκολο. Το να ερωτευτείς όμως τον εαυτό σου μέσα από τον τρόπο που σε βλέπει ο άλλος είναι το ιδανικό. Η αυτοπεποίθηση, ο σεβασμός και η εκτίμηση προς τον εαυτό σου γίνονται ταυτόχρονα ρίζες και φυτρώνει μέσα σου η πιο δυνατή αγάπη για ‘κείνον που σ’ έκανε να αισθανθείς όλα αυτά.

Υπερβολές; Μπορεί. Κι εγώ τότε γιατί νιώθω να σ’ αγαπώ ακόμη; Γιατί ξέχασα όλα τ’άσχημα και θυμάμαι μόνο τα καλύτερα; Επιλογή μου θα μου πεις. Εγώ πάλι θα σου πω ότι όλα εξαρτώνται από το πόσο γερά φύτρωσες μέσα μου. Κανένα «αντίο» δεν μπορεί να γίνει ανεμοστρόβιλος και να τα διαλύσει όλα στο πέρασμά του. Καμιά φωτιά χωρισμού δε μπορεί να κάψει τα συναισθήματα. Η αλήθεια που υπάρχει μέσα σ’ αυτό που αισθανόμαστε για κάποιον γίνεται καταφύγιο και το προστατεύει. Όσο πιο αληθινό ήταν το «σ’αγαπάω» τόσο πιο απροσπέλαστο είναι το καταφύγιο που το προστατεύει και το κρατάει ζωντανό στην πάροδο του χρόνου.

Το να σου πω ότι υπάρχεις παντού είναι νομίζω αυτονόητο. Το να σου μιλήσω για υποκατάστατα είναι τραγικό. Δε θα σου πω τίποτε. Άλλωστε πού να ψάχνω τώρα να σε βρω; Εσύ τρέχεις με χίλια κι εγώ είμαι βαρκούλα που οικειοθελώς αγκυροβόλησα σε λιμνάζοντα νερά. Σ΄ακούω από μακριά γιατί ο θόρυβός σου κάνει αντίλαλο και φτάνει πάντα σε μένα, μα δε με τρομάζει. Ίσα-ίσα μ΄ευχαριστεί που ξέρω πως είσαι ακόμη ενεργός. Υπάρχουν φορές που θυμώνω γιατί δεν είμαι εγώ ο συνεπιβάτης σου στο δρόμο ταχύτητας που βρίσκεσαι, μα μετά το μετανιώνω. Δεν ξέρω να θυμώνω τελικά. Αυτό κατάλαβα. Ή μάλλον η διάρκεια του θυμού μου είναι όσο το πετάρισμα των βλεφάρων μου. Εκείνο το γρήγορο που κάνουμε ακούσια θέλοντας να κρύψουμε τα δάκριά μας.

Όσο περνάει ο καιρός, δε σε ξεχνάω. Μαθαίνω να ζω με την απουσία σου, η οποία θέλω να σε πληροφορήσω δεν είναι καθόλου φρόνιμη. Έρχεται σ’ ανύποπτες ώρες και με τσιγκλάει. Με τραβάει απ’ το χέρι και μου φωνάζει υστερικά. «Έλα, θέλω να σου μιλήσω γι΄αυτόν». Προσπαθώ να το αποφύγω, να κάνω πως δεν την ακούω, μα εκείνη επιμένει συνεχώς. Μεταμφιέζεται σε νότες, μεθάει στο ποτό μου, κλείνεται στις εικόνες μου και πάντα έχει μόνο ένα σκοπό να μου θυμίζει την ύπαρξη σου στη ζωή μου παρά την ανυπαρξία σου.

Καμιά φορά ξεχνιέμαι και πάω να σχηματίσω τον αριθμό του τηλεφώνου σου κι όταν πέφτω σε φωτογραφίες σου, εξακολουθώ να χαϊδεύω τρυφερά τις γωνίες του προσώπου σου. Δεν πονάω πια. Μόνο θυμάμαι και προχωράω μαζί με το «χωρίς εσένα», ζώντας τα πάντα φυσιολογικότατα κι έχοντας νιώσει τυχερή ζώντας όσα γνώρισα κοντά σου.

 

Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή