Γράφει η Μαρία Κ.
Δε σου είπα πως κάθε φορά που σ’ έβλεπα να κλαις έτρεμε το φυλλοκάρδι μου. Πως σκιζόμουν καθημερινά –όσες υποχρεώσεις και βάσανα με τυραννούσαν– να τρέξω κοντά σου για να μην είσαι μόνη τις ώρες που ένιωθες μοναξιά. Για να είμαι εκεί και να μη σου λείπει τίποτα. Γιατί αν υπάρχει κάτι που ήθελα να βλέπω σε εσένα ήταν να χαμογελάς. Αφού είσαι η καλύτερη φίλη που είχα ποτέ και δε θα σ’ έχανα για οτιδήποτε άλλο βρισκόταν στο δρόμο μου!
Πάντα ήξερα πως φαινομενικά σ’ αγαπώ παραπάνω. Ή μάλλον, πάντα έδινα περισσότερα απ’ ό,τι εσύ. Και δε με πείραζε γιατί ήξερα πως δεν ήξερες απλά τον τρόπο να το δείχνεις. Είσαι ο πιο καχύποπτος άνθρωπος που γνώρισα κι η εσωστρέφειά σου αγγίζει ουρανό με τεράστια ευκολία. Πάντα είχες κάτι να μου πεις ή να μου δείξεις και δεν έβρισκες πράξεις και λέξεις γι’ αυτά.
Μα εμένα δε μ’ ένοιαζε. Γιατί αν έχω πετύχει κάπου στη φιλία μας, τότε αυτό είναι ότι κέρδισα την εμπιστοσύνη σου. Σ’ έπεισα ότι τις πιο δύσκολες ώρες θα στέκομαι βράχος στο πλάι σου μέχρι να σταματήσεις να πονάς και να πληγώνεσαι. Γι’ αυτό και κάθε φορά που ευτυχείς, ξελαφρώνω. Νιώθω ολοκληρωμένη που είμαι κομμάτι της επιτυχίας σου με κάθε τρόπο.
Κι είμαι παρούσα και στην πικρία σου. Εκεί είμαι με όλη μου την ορμή. Να σου κλέψω τη λύπη, να την κουβαλήσω όλη εγώ, να μη μελαγχολήσεις πάλι. Αυτό το αφορίζω. Εσύ θέλω να γελάς, γιατί εγώ αντέχω. Έχω περάσει πολλά κι αντέχω περισσότερα. Θα ‘μουν ανίκανη αν σ’ άφηνα να μαστιγώνεσαι σ’ έναν κόσμο που μόνο δυστυχίες ξέρει να προσφέρει και που φθείρει τη σάρκα μας μέχρι το κόκκαλο.
Σε αποδέχτηκα ακριβώς όπως είσαι, παρ’ όλο που σε μάλωνα συχνά. Όταν το έκανα, είχα λόγο. Έπρεπε να δυναμώσεις. Στα λάθη σου δε θα σου χάιδευα ποτέ τ’ αυτιά. Και μέρα με τη μέρα γινόσουν θεριό ολόκληρο κι απέκτησες γνήσια ανωτερότητα. Ανωτερότητα που μ’ έκανε περήφανη και σε καμάρωνα. Μεγάλωνες και πείσμωνες. Δεν είχες ανάγκη πια ούτε να σε σηκώσω ούτε να σε βαστήξω. Μου ζητούσες απλά να είμαι εκεί για να ‘χεις να μοιράζεσαι με κάποιον όλα όσα αισθανόσουν.
Φτου σου, κορίτσι μου! Έγινες ολόκληρη γυναίκα πια. Κι ακόμη κι αν θυμώνω μερικές φορές με την απολυτότητά σου, την ψυχρότητα και την αυθάδειά σου, καταλαβαίνω πως προσπαθείς να κοντρολάρεις τις παρορμητικές μου αναλαμπές για να προλάβεις τον τραυματισμό μου. Γιατί, το ξέρεις, πως όταν υποφέρω μιζεριάζω και δε σ’ αρέσει. Νιώθεις ανασφάλεια όταν χάνομαι στα προβλήματά μου, όταν με βλέπεις αδύναμη κι ηττημένη.
Σου εξιστορώ τα πιο μεγάλα προβλήματα της ζωής μου και τα υποδέχεσαι με τρυφερότητα ακόμη κι αν δεν το δείχνεις. Κουράρω τις απορίες σου και τα φιλοσοφικά σου ερωτήματα χωρίς να στ’ απορρίπτω. Αποδεχτήκαμε η μία την άλλη. Παραπλανούμε τους γύρω μας επιτυχώς κι αυτοί τώρα φαντάζονται εμένα ως ένα αδάμαστο θηρίο κι εσένα ως σοβαρό και μετριοπαθές παιδί. Και γελάμε γιατί ξέρουμε πως πλανώνται οικτρά. Αφού εγώ είμαι εσύ κι εσύ είσαι εγώ!
Πάντα ήμασταν διαφορετικές. Αγγίζαμε άκρα αντίθετα και δε συγκλίναμε πουθενά. Όπου καλοδεχόμουν τα πράγματα, εσύ τα μέριαζες υποδειγματικά. Ό,τι έβρισκα κακόγουστο, τ’ αγκάλιαζες με θράσος. Αν αγαπούσες εσύ, εγώ μισούσα. Κι αν εκδικούσουν, εγώ συγχωρούσα!
Αυτό δε μας κράτησε δεμένες; Πόσες φορές τσακωνόμαστε και δε μιλιόμαστε μέσα στην ημέρα; Πόσες σιωπές απολαύσαμε τις νύχτες κι αναρωτηθήκαμε τις αιτίες που τρωγόμαστε σαν τα σκυλιά; Τόσο ίδιες είμαστε κι ας διαφέρουμε ολοκληρωτικά!
Σήμερα ήθελα να γνωρίζεις ότι όταν περιοδεύουμε σ’ όλα τα παγκάκια και τις κούνιες της πόλης τρώγοντας παγωτά και σουβλάκια, έχεις τον τρόπο σου να μετριάζεις τους θυμούς μου, τις στενοχώριες μου και τις κρίσεις πανικού που με σκοτώνουν κάθε φορά που πιέζομαι.
Γιατί μπορεί, όπως απολογείσαι, να μην ξέρεις πώς να είσαι καλή φίλη για κάποιον και να καταστρέφεις κάθε φιλία που μπαίνει στη ζωή σου, αλλά έχεις διακριθεί ήδη σε κάτι σπουδαίο. Ειδικεύτηκες στο να μ’ αγαπάς και να με στηρίζεις κάθε φορά σε κάθε δυσκολία. Ειδικεύτηκε η μία στην άλλη!
Οι συναφείς άνθρωποι βαριούνται ο ένας τον άλλον σε χρόνους απειροελάχιστους. Αν υπάρχει λοιπόν κάτι που άντλησα από ‘σένα είναι ότι οι άνθρωποι αγαπούν όσο και μέχρι εκεί που βαστάει ο καθένας. Κι ακόμη κι αν εγώ ορκίζω αυτή τη φιλία ν’ αντέξει για πάντα, επιθυμώ να μη μ’ αγαπήσεις γρι περισσότερο απ’ ό,τι κάνεις τώρα. Δώσε όσα υπολογίζεις πως μπορείς κι άσε το περίσσευμα να το καλύψω εγώ!
Θα σ’ αγκαλιάζω συνέχεια κι ας γκρινιάζεις και θα διχογνωμούμε μονίμως όποτε οι σκέψεις μας εναντιώνονται. Το προτιμώ χίλιες φορές από κάθε άλλη ακριβής ταύτιση φίλων. Γιατί είσαι ωραίο παιδί κι είσαι πολύ πιο δυνατή από ‘μένα. Σε χρειάζομαι πιο πολύ απ’ όσο θέλεις ν’ ακούς.