Μια αρχή κοινότυπη με ένα τέλος φαντασμαγορικό. Αυτό ήμασταν. Η κατάρριψη κάθε ταινίας που λέει πως όταν δυο άνθρωποι συγκρουστούν σε έναν διάδρομο του σχολείου ή της σχολής τους, τους πέσουν βιβλία απ’ τα χέρια και σκύβοντας να τα πιάσουν χτυπήσουν και λίγο τα κεφάλια τους, τότε το happy end είναι δεδομένο. Γιατί και τα κεφάλια μας χτυπήσαμε και κολλήσαμε λίγο μετά το πρώτο βλέμμα (που ήρθε φυσικά δεύτερο, έπειτα από το μπινελίκι της σύγκρουσης), όλα όπως πρέπει τα κάναμε, με τον γνωστό κλισέ τρόπο. Μα μετά βαρεθήκαμε.
Και λογικό δεν ήταν; Τόσο τετριμμένη και προβλέψιμη που ήταν η πρώτη συνάντηση τι περιμέναμε; Αφεθήκαμε να μας συνεπάρει μια στιγμή, μόνο και μόνο γιατί σκεφτήκαμε και οι δύο ότι, δεν μπορεί, κάτι θα ήξεραν όλοι όσοι το έγραφαν σαν αρχική σκηνή για ταινία. Κάποια σοφία πρέπει να ‘χαν που ετοιμαζόταν τώρα να αποκαλυφθεί και σε εμάς. Δε γινόταν να πούμε όχι στο χολιγουντιανό πεπρωμένο. Θα ήμασταν αστείοι αν το επιχειρούσαμε, άσε που θα μας κυνήγαγε, θα ξαναβρισκόμασταν σίγουρα! Σε όλες τις ταινίες έτσι γίνεται!
Κι έτσι ήρθαμε κοντά, δυο άνθρωποι αταίριαστοι μέχρι το κόκκαλο να ταλαιπωριούνται σε μια προσπάθεια να ζήσουν το ένδοξο φινάλε τους· ένα φινάλε που σαν υπνωτισμένα ανθρωπάκια υπογράφαμε κιόλας πως θα ‘χει θετικό πρόσημο ενώ όλα τα σημάδια μαρτυρούσαν το αντίθετο. Καβγάδες και γκρίνιες. Γκρίνιες και καβγάδες. Από το καλημέρα, με αφορμή τον ήχο του ξυπνητηριού που σε εσένα ακουγόταν σαν μαρτύριο ερχόμενο από ασιατική χώρα ενώ σε εμένα σαν τον μοναδικό τρόπο να βρεθώ στη δουλειά στην ώρα μου, μέχρι και τα πιο ουσιαστικά, όπως οι ζήλιες μου για την παρέα σου και η ενόχλησή σου από τη δική μου.
Αταίριαστοι, μα δεν το μετρήσαμε για μείον γιατί, κοίτα να δεις ειρωνεία, ταίριαζε αυτό στην κινηματογραφική αρχή μας. Ήμασταν τα ετερώνυμα κι ας μας έλειπε η έλξη· μάλλον δικό μας ήταν το λάθος, να τη βρούμε έπρεπε, έτσι σκεφτόμασταν. Μα αντί για την έλξη την οποία όσο εμείς προσκαλούσαμε τόσο εκείνη μας σνόμπαρε, ήρθε κάτι άλλο. Η συνειδητοποίηση της ανάγκης ενός τέλους.
Ξέρεις όμως ποιο ήταν το υπέροχο; Αφού κανένας από τους δυο μας δεν ήθελε να είναι εκεί τότε δεν υπήρχε λόγος για κινηματογραφικό χωρισμό. Δεν υπήρχε ανάγκη για κλάματα, για φωνές και για σπασμένες κούπες στον βωμό της έντασής μας. Μια συμφωνία χρειαζόμασταν που θα έριχνε μεν τους τίτλους τέλους θα άφηνε όμως εμάς να επιλέξουμε το τελικό τραγούδι. Κι επιλέξαμε το πιο χαρούμενο.
Καμιά ταινία δεν έχω δει με τους πρωταγωνιστές να κλείνουν και να ‘ναι φίλοι. Καταφέραμε όμως να σπάσουμε το κλισέ κι αυτό είναι τελικά το πιο φαντασμαγορικό. Και ίσως οι πολλοί να μη συμφωνήσουν με αυτό, να θεωρήσουν το ξεκίνημα σπουδαιότερο και να δουν το τέλος μας για βαρετό, μα θέλω να τους ρωτήσω. Τι να την κάνεις την εντυπωσιακή αρχή αν η μέση σου είναι ανούσια; Σε αυτή ζεις, σε αυτήν κινείσαι, αυτή πρέπει να φροντίζεις να είναι απολαυστική. Αν όχι, πάτα μια παύση και κάνε το πιο βαρετό τέλος να μοιάζει με πυροτέχνημα.