Είχα πει ότι δεν πρόκειται να ξανακάνω φανταστικούς διαλόγους στο μυαλό μου με πρόσωπα που είναι υπαρκτά στη ζωή μου και πως ό,τι έχω να πω θα το λέω απευθείας σ’ αυτόν που πρέπει.
Ωστόσο, να ‘μαστε πάλι και για μία ακόμα φορά έχω ήδη στήσει στο μυαλό μου δυο-τρεις εκδοχές.
Πρέπει, όμως, να σημειώσω κάπου, αυτά που θέλω να σου πω, για να μην τα ξεχάσω.
Το μυαλό μου στριφογυρίζει συνέχεια στις στιγμές που έχουμε ζήσει το τελευταίο διάστημα. Οι πρώτες εικόνες που μου έρχονται στο μυαλό με το που σε σκέφτομαι -και σε σκέφτομαι πολύ η αλήθεια είναι- είναι τόσο προσωπικές, τόσο δυνατές μαζί και τρυφερές που αισθάνομαι να ξεφεύγω από τα όρια της λογικής.
Διαβάζω ξανά και ξανά τα μηνύματα που έχουμε ανταλλάξει και αισθάνομαι να με πλημμυρίζουν τα όσα ένιωσα την πρώτη στιγμή που τα διάβασα.
Θα σου πω, όμως, ένα μυστικό: μ’ έκανες να δω τη ζωή μου με άλλο βλέμμα, ν’ αναθεωρήσω πράγματα που μια ζωή τα θεωρούσα δεδομένα. Ανέτρεψες όλες τις θεωρίες μου και όσα «εγώ μ’ αυτόν, ποτέ» έχω πει στη ζωή μου.
Με ταρακούνησες! Πώς να στο πω αλλιώς;
Σε μία περίοδο που δεν πίστευα ότι υπάρχει η ευτυχία, εσύ κατάφερες να επιστρέψει το χαμόγελο στα χείλη μου.
Μη με παρεξηγήσεις.
Καμιά φορά η ευτυχία είναι πολύ δυνατή και πολύ σύντομη – ελπίζω να μην είναι έτσι μαζί σου. Και, ασφαλώς, εάν αυτά μόνο είναι όλα, όσα πρόκειται να έχουν συμβεί, είμαι ευχαριστημένη.
Όσο περισσότερο το σκέφτομαι, όμως, τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ ότι θέλω κι άλλες απ’ αυτές τις στιγμές.
Ξεκινήσαμε με το «θα το ζήσουμε κι όπου μας πάει» και, προσωπικά, δεν έχω σκοπό να βάλω ταμπέλες σ’ αυτό που συμβαίνει μεταξύ μας. Δεν μ’ ενδιαφέρει να το ψάξω παραπάνω, ακόμα, αλλά η συμπεριφορά μου αυτές τις μέρες, αυτός ο κόμπος στο στομάχι, όταν δεν επικοινωνείς μαζί μου, αυτό το άγχος και το γεγονός ότι φρικάρω, είναι πράγματα πολύ υπαρκτά για να τ’ αγνοήσω.
Φέρομαι αλλόκοτα, χαμογελάω σαν τη χαζή στο δρόμο κάθε φορά που σε σκέφτομαι και δεν μπορώ ν’ ελέγξω ούτε τις σκέψεις μου ούτε τις αντιδράσεις μου.
Εκεί που πέφτω για να κοιμηθώ εμφανίζεσαι με το τέλειο χαμόγελό σου και με αναστατώνεις. Κλέβεις τον ύπνο μου, αλλά δε με νοιάζει.
Ανοίγω το ψυγείο και θυμάμαι που μαλώναμε τάχα προχθές για το ποιος θα φάει το τελευταίο κομμάτι από το γλυκό που είχε περισσέψει. Χαμογελάω και κλείνω το ψυγείο. Δε θυμάμαι τι ήθελα να πάρω, αλλά λίγη σημασία έχει άλλωστε.
Θέλω να ξέρω, ότι δεν είναι όλα στο μυαλό μου.
Και βασικά το μόνο που ζητώ είναι να σε δω.
Νομίζω, αν με ρωτάς, τελικά, που καταλήγω μ’ όλα αυτά, είναι ότι σε θέλω.
Πολύ.
Και σε σκέφτομαι.
Συνέχεια.
Και να σε βλέπω, όποτε έχουμε την ευκαιρία.
Αυτό.
Χτυπάει το κουδούνι και είσαι εσύ. Μα πώς; Μήπως διαβάζεις και τη σκέψη μου τώρα;
Ανοίγω την πόρτα και δε μπορώ να συγκρατήσω καν το χαμόγελό μου, ούτε και την καρδιά μου που χτυπάει σαν τρελή. Πηδάω πάνω σου και σ’ αγκαλιάζω μ’ όση δύναμη έχω.
Με φιλάς.
Και μ’ ένα αφοπλιστικό και απολύτως φυσικό ύφος λες: «Θα μείνω εδώ απόψε».
Κλείνω την πόρτα, μουρμουρίζοντας «κάθε απόψε» και δεν μπορώ παρά να θαυμάσω, για άλλη μια φορά, το πόσο απλά τα κάνεις όλα.