Γράφει η Ελευθερία Μ.

Ζητώ μια ευτυχία απλή. Όπως τη σχεδίαζα τόσα χρόνια στο μυαλό μου και τώρα βρίσκομαι στη στιγμή εκείνη που και το πλάνο μου συμφωνεί πως την αξίζω. Μία ηρεμία χωρίς πολλά-πολλά, με τα βασικά, ωστόσο. Κάμποση αλήθεια, ένα χαμόγελο μόνιμο πάνω μου και πολλά χαμόγελα προς εμένα.

Το «γιατί μου φέρθηκαν έτσι οι άνθρωποι» του Λουντέμη καθώς και το «στο μυαλό είναι ο στόχος» της Γώγου θα απουσιάζουν από το πλαίσιο που θα θέσω τις ανησυχίες μου. Θα είναι αχρείαστα, ανούσια και περιττά. Θα είμαι πραγματικά πλήρης και δε θα έχουν δημιουργηθεί ακόμη οι στίχοι που να μπορούν να το περιγράψουν και να προσδιορίσουν την εσωτερική μου επάρκεια.

Θα βλέπω τα ζευγάρια στα μέσα δικτύωσης, αλλά τα χαμόγελά τους θα περνούν απαρατήρητα μιας και το μεγαλείο των δικών μου δεδομένων θα τα ξεπερνά κατά παρασάγγας, κάτι που θα το καθιστά ξεχωριστό κι ανεκτίμητο.

Η ξεγνοιασιά που θα εκπέμπω εξωτερικά στο ανοικτό αμάξι μου με το ανεμισμένο καπέλο για συνοδεία , θα αντικατοπτρίζει τέλεια την εσωτερική μου πραγματικότητα. Η ψυχή κι ο νους μου θα είναι αδειανοί και θα μπορούν να υποστηρίξουν και κυριολεκτικά τον πρίμο καιρό.

Οι Κυριακές δε θα είναι πλέον συνυφασμένες με τη μελαγχολία και την αφορμή για αδράνεια. Δε θα μένει χρόνος γιατί δε θα αφήνουν χώρο τα στριμωγμένα σχέδιά μου μέσα στη μέρα. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι  ότι οι Κυριακές θα έχουν απλώς τη μοναδική παντοτινή τους αξία, δε θα είναι πλέον αυτές που περιμένω να έρθουν για να τις απολαύσω κι αν.

Στο κάλεσμα του αδερφού μου για μια βόλτα μια καθημερινή Δευτέρα, θα πετάω τη σκούφια μου από χαρά, η οποία θα βρίσκει το αποκορύφωμά της στα παλαμάκια φώκιας λίγο πριν φύγουμε για να επιστρέψουμε σπίτι.

Θα βαριέμαι να σηκώνω τα τηλέφωνα, αλλά πάντα θα το κάνω τελικά, γιατί θα ξέρω πως θα είναι πάντα το απαραίτητο κομμάτι του παζλ που θα φέρει την αναγκαία ανάσα που θα κλείσει τη μέρα μου.

Στις στιγμές που έπλασα με προσεκτική στρατηγική στο μυαλό μου, οι αναποδιές έχουν τη δικιά τους θέση. Προσπάθησα, βλέπετε, να κάνω τη ζωή μου ρεαλιστική και να συμπεριλάβω σε αυτή τις μαύρες μέρες, αυτές που ως άνθρωπος θες να είσαι πιο πολύ λυπημένος από τις άλλες, αυτές που θέλοντας και μη σε αναγκάζουν να τις δεις σαν λίγο πιο δύσκολες από τις άλλες.

Στις μέρες μου αυτές, όμως, το μελλοντικό κακό δε θα χωράει. Δε θα χάνω πλέον το θάρρος μου ποτέ και δε θα πληγώνω με τη ματαιοδοξία μου τους δικούς μου ανθρώπους. Όρκο έβαλα στην ευτυχία μου ότι δε θα αφήνω τη νύκτα να διαιωνίζει τα προβλήματα και θα την κλείνω πάντα με ένα φιλί.

Αν κάποια στιγμή μπορέσω να ξεφύγω από τον κλοιό που μας βάλανε και βρω κάποια δική μου δουλειά και μπορέσω να κτίσω τη ζωή μου, κάποιες μέρες μου θα είναι αφιερωμένες στους δικούς μου ήρωες, τους γονείς μου. Τα «αν» όμως δεν έχουν θέση τώρα. Τώρα ονειρεύομαι. Με ένα τριαντάφυλλο θα τους αγκαλιάζω την ώρα που το σκυλί μου θα γραπώνει πάνω μας γεμάτο με γλυκιά ζήλια.

Θα τους υπενθυμίζω έτσι την σταθερή, αλλά όχι δεδομένη, αγάπη μου, το ευχαριστώ μου και την οφειλή μου που ζω. Δε θα γκρινιάζω για τα φαγητά που δεν μ’ αρέσουν γιατί πολύ απλά θα μου λείπουν μπροστά στα νερόβραστα που θα έχω πλέον για δεδομένα.

Θα εξακολουθήσω να ακούω το  «μαμά γερνάω» αλλά από το αληθινό κλάμα της Τσανακλίδου θα παίρνω πια δύναμη για να κάνω αυτά που ακόμα μπορώ.

Στην Ιθάκη που οραματίζομαι θα έχω για λίγο, για τόσο λίγο, ακόμα, τους παππούδες μου. Θα παλεύω με όλη μου τη δύναμη να τους συγχρονίσω στο επίπεδο της πραγματικότητας που η ισχύς του χρόνου τους εμπόδισε να το κάνουν από μόνοι τους. Με την αγάπη μου θα γίνει εφικτό.

Δε θα είμαι μόνη ποτέ. Θα βαράω επιφανειακή απόγνωση από το γεμάτο της μέρας μου, αλλά η δουλειά δε θα ‘ναι ποτέ αρκετή για να μου στερήσει τον ελεύθερο χρόνο μου.

Με λίγα λόγια θα ζω και δε θα επιβιώνω απλώς.

Η ευτυχία, όπως αναφέρει εύστοχα και η γλυκύτατη Κατερίνα Τσεμπερλίδου είναι κι αυτή μια απόφαση. Θα πραγματοποιώ τον αγώνα μου όπως τώρα. Θα σκίζομαι να πετύχω το ακατόρθωτο, θα λυγίζω όταν τα βρίσκω σκούρα και θα απολαμβάνω ακόμα και τις μικρές σταγόνες απελπισίας.

Με μια διαφορά όμως. Η σχέση μου με την πραγματικότητα και κυρίως με τους όρους στο σκληρό της παιγνίδι, θα είναι αυτή τη φορά, αυστηρά, επί ίσοις όροις.

Τι λες; Παίζουμε;

 

Επιμέλεια Κειμένου: Πωλίνα Πανέρη