Γράφει η Ε.
Απωθημένο: Μία λέξη, πέντε συλλαβές, ένα πρόσωπο και πολλά συναισθήματα. Μ’ ένα τσιγάρο, ένα ποτήρι κρασί και τα παιδιά, άλλο ένα βράδυ. Η ατμόσφαιρα είναι όμορφη κι η διάθεση ανεβασμένη. Όμως η σκέψη είναι αλλού. Τα χέρια νευρικά παίζουν με το κινητό ενώ σε κάθε ειδοποίηση η καρδιά χτυπά λες και θα σπάσει.
Ακόμη ένα βραδύ κυλάει με γεμάτο το τασάκι, άδεια ποτήρια και γέλια. Αλλά κάτι λείπει, κάτι είναι μισό. Είναι από εκείνα τα βράδια που εάν δε γίνει κάτι να ταράξει τα νερά, νομίζεις πως θα σκάσεις μέσα σου. Τι στο καλό; Αφού δε σε νοιάζει! Απλώς μιλάτε- πολλά χρόνια, βέβαια, που δεν είπατε λέξη, αλλά και πάλι. Τι σημασία έχει, στην τελική; Αφού νιώθεις χαρά ή τέλος πάντων σιγουριά με τη σχέση σου κι εκείνο το άτομο με τη δική του, τι θέλει και ξαναστέλνει;
Μ’ έναν κόμπο στο στομάχι μπαίνεις στο μαγαζί, αυτό που ξέρεις ότι είναι εκεί γιατί σου έστειλε να συναντηθείτε. Με το που ανοίγει η πόρτα, αισθάνεσαι να βρίσκεται ξαφνικά κοντά σου. Παλεύεις να φέρεις στη φάτσα σου ένα στοιχειώδες πόκερ face, ενώ τα μάτια τρέχουν να βρουν εκείνο το ένα πρόσωπο. Ξάφνου, λες κι η μουσική σταμάτησε, ακούς μόνο την καρδιά σου. Μέχρι κι εκείνη σταματά, όμως, μόλις τα μάτια συναντηθούν. Για την ακρίβεια τα βλέμματα πάνε κι έρχονται και νιώθεις αυτό που λένε όλοι για την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Θα έχουμε πρόβλημα, σκέφτεσαι.
Ειδοποίηση: «Τι θα κάνεις μετά;»
Απάντηση: «Κάτι μαζί σου!»
Δεν υπάρχουν ντροπές μεταξύ σας, τα έχετε ξεπεράσει αυτά χρόνια πριν. Ήρθε η στιγμή τα λόγια να γίνουν πράξη.
Ειδοποίηση: «Σε θέλω.»
Απάντηση: «Κι εγώ.»
Σ’ εκείνο το μικρό αμάξι ξαφνικά όλα αποκτούν νόημα. Τα κορμιά σας γίνονται ένα, τα φιλιά σας σάς ξεδιψούν λες κι είχατε χρόνια να πιείτε ένα ποτήρι νερό. Το βλέμμα σας καθαρό, γεμάτο πάθος. Λένε, ότι η πρώτη φορά μ’ έναν άνθρωπο ίσως να μην είναι κι η καλύτερη γιατί δε γνωρίζονται τα σώματά σας, αλλά τι λένε για εκείνες τις πρώτες φορές που είναι όλα τέλεια, σαν το τελευταίο κομμάτι του παζλ που συμπληρώνει και λειαίνει ολόκληρη την εικόνα;
Γυρνώντας σπίτι κάτι έχει αλλάξει μέσα σου, σαν κάτι να έσπασε. Μια φάση ήταν, σκέφτεσαι, όμως ο κόμπος στο στομάχι μαρτυράει κάτι άλλο, κάτι που δε θα παραδεχθείς κι ούτε θες να σκέφτεσαι. Με βουρκωμένα τα μάτια πέφτεις για ύπνο, ενώ έχεις αναπάντητο το μήνυμα της σχέσης σου.
Τα φιλαράκια βράχοι σε όλα τα ζόρια. Μπορεί να σε κράζουν, αλλά ταυτόχρονα σε πήραν αγκαλιά για να κλάψεις και να τα βγάλεις από μέσα σου. Σου λένε «κράτα απόσταση να δεις εσύ τι θες» κι εκείνη η κουβέντα του πιο κολλητού απ’ όλους, χτυπά μέσα σου σαν το πιο σκληρό αγκάθι: «Σε ξέρω όλη μου τη ζωή. Ερωτεύτηκες. Μαζί θα το περάσουμε κι αυτό.»
Οι μέρες περνάνε, η επικοινωνία υπάρχει ενώ το μπέρδεμα στο κεφάλι μεγαλώνει. Τι θες και τα σκαλίζεις, τα σκέφτεσαι και τ’ αναλύσεις πολύ τα πράγματα και έτσι δεν το ζεις. Αυτή είναι η μία πλευρά της σκέψης σου. Την ίδια στιγμή που φοβάσαι γι’ αυτά που νιώθεις, αναζητάς εκείνη την παρουσία όλο και περισσότερο. Μα ακόμα κι αν είναι εκεί, κοντά σου, δε σου λέει αυτά που θες εσύ. Αξίζει να το ρισκάρεις; Έρωτας ή ασφάλεια; Πολλά ερωτήματα κι ακόμη δεν πρόλαβες ν’ ανάψεις το επόμενο τσιγάρο. Θα φανεί. Προς το παρόν νιώθεις να ζεις. Κι αυτό, για τώρα τουλάχιστον, σου φτάνει.