Το κοιτάς και το ξανακοιτάς για ώρα. Στέκεται εκεί μπροστά σου, λευκό, αμόλυντο, με γραμμές ή χωρίς και σε περιμένει. Κάτι πρέπει να σκεφτείς, τώρα όμως, δεν έχεις πολύ χρόνο στη διάθεσή σου. Μπλέκεις και ξεμπλέκεις το στιλό ανάμεσα στα δάχτυλά σου. Ουπς! Πάλι σου γλίστρησε απ’ τα χέρια. Σκύβεις να το πιάσεις, σπρώχνοντας το διακριτικά με το πόδι σου λίγο πιο πέρα.

Τεντώνεσαι λίγο ακόμα, προσπαθώντας να κερδίσεις χρόνο. Δεν κατάφερες όμως και πολλά. Ανασηκώνεσαι αργά, κρατώντας το πάλι σφιχτά, αλλά το χαρτί βρίσκεται, ακόμα, εκεί μπροστά σου. Άντε, αργείς; Πρέπει να γράψεις.

Σειρά τώρα έχει το μολύβι, που περιεργάζεσαι ώρα τώρα με την άκρη του ματιού σου. Θέλει ξύσιμο, συλλογίζεσαι. Η μύτη του πρέπει να είναι μυτερή και γυαλιστερή για να αποδώσει τον καλλιγραφικό σου χαρακτήρα. Όλοι οι στρατιώτες είναι στοιχισμένοι –γόμα, ξύστρα, διορθωτικό στιλό, μολύβια, το αγαπημένο σου στιλό– έτοιμοι να ριχτούν στο λευκό πεδίο μάχης. Περιμένουν απλώς το σύνθημα της εκκίνησης. Η εντολή έχει αργήσει πολύ όμως.

«Ανοίξατε πυρ!», μουρμουρίζεις, πιέζοντας τη μύτη του μολυβιού πάνω στο χαρτί, αλλά μάταιος κόπος. Το μόνο που έχεις καταφέρει είναι να αφήσεις μια κατάμαυρη τελεία πάνω στη λευκή σελίδα. Εισπνέεις, εκπνέεις, ιδρώνεις κοιτάζοντας πότε το ταβάνι και πότε το πάτωμα.

Μνήμες πολλές σου φέρνω στο μυαλό, έτσι; Κρατάει χρόνια αυτή η μάχη ανάμεσα στην έμπνευση και στο απόλυτο κενό. Αυτή η έμπνευση της στιγμής που είτε γεννάει νέες ιδέες στο χαρτί είτε διατυπώνει με τον καλύτερο τρόπο όλη τη γνώση που έχεις συγκεντρώσει με τόσο κόπο ανάμεσα στα μελίγγια σου.

«Γράψτε μια έκθεση με θέμα…». Αυτή η χιλιοειπωμένη ατάκα που στοιχειώνει τα μαθητικά μας χρόνια. Πάντα έδειχναν επιμονή στη διατύπωση των σκέψεων, όλοι οι δάσκαλοι ανεξαιρέτως. Αμφιβάλω αν αναγνώριζαν ποτέ τη μόνιμη σύγχυση που επικρατούσε μέσα στο μυαλό μας.

Από μικροί λοιπόν, καλούμασταν να αποτυπώσουμε, απροκάλυπτα, τη ζωή μας σ ‘ένα χαρτί. Πώς τα περάσαμε στις διακοπές, ποιος είναι ο καλύτερός μας φίλος, το αγαπημένο μας φαγητό, ποιον αγαπάμε περισσότερο –τη μαμά ή τον μπαμπά και γιατί–, τι θα κάνουμε στα 18(είμαι ακόμα 8!), γράψτε λίγα λόγια για εσάς(βασικά ποιος είμαι;).

«Βγάλτε μια κόλλα λευκό χαρτί!». Εδώ δε χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση, φαντάζομαι πολλοί από εμάς κάνουμε ακόμη ψυχανάλυση. Κλασική, φράση Αρμαγεδδών, που άφηνε πίσω τις άπειρες κενές σελίδες χαρτιού εξαιτίας κυρίως του πανικού που δημιουργούσε η αιφνίδια εξέταση.

Ο μεγάλος πόλεμος μέσα στο λευκό πεδίο μάχης, δόθηκε για τους περισσότερους, διαβασμένους και μη, τις μέρες της κρίσης. Ναι, οι πανελλαδικές εξετάσεις. Εκείνες οι μέρες που τα τετράδια μεταλλάχτηκαν σε σκληρούς δικαστές. Απ’ όποια μεριά και να το δεις, δεν μπορεί να κριθεί όλο σου το εκπαιδευτικό υπόβαθρο σε λίγες κόλλες χαρτί, με τους δείχτες του ρολογιού να στέκουν σαν γκιλοτίνα πάνω απ’ το κεφάλι σου.

Υπήρξαν, βέβαια, και πιο ρομαντικές στιγμές ανάμεσα στο χαρτί και τον γραφιά. Ποιος δεν κάθισε, έστω μια φορά, να γράψει μια ερωτική επιστολή; Ο παραλήπτης δεν την έλαβε γιατί δεν κατάφερε να γραφτεί ποτέ. Δύσκολο πράγμα να καταγράψεις τα συναισθήματά σου όταν δεν μπορείς να τα εξηγήσεις ούτε στον ίδιο σου τον εαυτό.

Οι πιο σχολαστικοί του γραπτού λόγου προσπάθησαν με ζήλο να «κρατήσουν» ημερολόγιο. Κάθε βράδυ, λίγο πριν κοιμηθούν, το άνοιγαν για να εξιστορήσουν τα νέα της ημέρας. Πολλές σελίδες όμως έμειναν κενές γιατί, αντίστοιχα, ήταν κι οι μέρες άδειες.

Τίποτα και κανένας δεν μπόρεσε να ταράξει τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, αν αναλογιστείς πόσοι δεν έγραψαν ποτέ σε αυτές τις σελίδες, επειδή ήταν υπό την επήρεια κάποιου σοκ. Άλλωστε, είναι γεγονός, ότι κάποιες μέρες μοιάζουν με σενάριο βγαλμένο από ταινία τρόμου.

Ίσως κάπου καταλαβαίνεις τώρα τους συγγραφείς, που κάθε τόσο, απομονώνονται φεύγοντας μακριά, στην προσπάθειά τους να γράψουν πέντε αράδες. Εδώ, μια ευχή θες να γράψεις σε μια κάρτα και τη σκέφτεσαι κάμποση ώρα. Σκέψου λοιπόν τι υπέρβαση χρειάζεται η συγγραφή ενός βιβλίου ή ακόμη κι η σύνταξη ενός καθημερινού άρθρου που πρέπει να ικανοποιήσει την πλειοψηφία των αναγνωστών του.

Αν αυτή η προσωρινή ανικανότητα γραφής έπρεπε να αποδοθεί με επιστημονικούς όρους ίσως να λεγόταν «το σύνδρομο της λευκής σελίδας». Δε γνωρίζω τη φαρμακευτική αγωγή που συνίσταται στους παθόντες-ούσες. Μάλλον επειδή η ενδεδειγμένη θεραπεία βρίσκεται ακόμη σε πειραματικό στάδιο.

Η λύση του προβλήματος είναι μπροστά σου. Κρύβεται στη μοναδική φράση που έχεις καταφέρει  να γράψεις τόση ώρα που κοιτάς το χαρτί. Εκεί, ψηλά με κεφαλαία γράμματα, στέκει μόνος του, ο τίτλος «Ζητείται έμπνευση!».

 

Επιμέλεια Κειμένου Κατερίνας Κάββουρα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Κατερίνα Κάββουρα