Αβεβαιότητα. Μια συνεχής αμφιταλαντευόμενη κατάσταση μεταξύ του «σε θέλω» και του «δε μου κάνεις», η οποία λαμβάνει χώρα καθημερινά σε πιθανά ζευγάρια γύρω μας. «Κι έτσι και γιουβέτσι», που θα ‘λεγε και η γιαγιάκα μου, μας αφήνουν -ή αφήνουμε- στα κρύα του λουτρού, έχοντας προηγουμένως δει και λάβει δείγματα που μόνο σε κρύο δεν παρέπεμπαν.
Το κορυφαίο είναι πως αυτό συμβαίνει συνήθως ενώ ο ένας από τους δύο έχει εκδηλώσει ξεκάθαρα κι από την αρχή τις προθέσεις του προς τον άλλον. Αυτός ο ένας είναι αυτός που εκδηλώνει πρώτος συναίσθημα, ευθέως, αφοπλιστικά, χωρίς περιστροφές και κορδελάκια. Με άλλα λόγια, ο «είναι κατά το ήμισυ τελειωμένη υπόθεση, εγώ θέλω» του έργου αυτού, τα vibes του οποίου είναι τόσο έκδηλα που θα μπορούσαν να σχηματίζουν φωτορυθμικά με κόκκινες καρδούλες στην γκρίζα Αθήνα.
«Σε θέλω». Ακολουθεί λαχτάρα, προσμονή, και κατόπιν το γνωστό βάρος στο στήθος όταν συνειδητοποιείς ότι το μήνυμα διαβάστηκε και για κάποιους λόγους αγνοήθηκε. Και εκεί σε ζώνουν τα φίδια και τα ερωτηματικά φουντώνουν. Το μετάνιωσε; Δε θέλει πια; Δεν ήθελε ποτέ κι απλά συνέβη ο,τι συνέβη; Κι αφού δεν ήθελε από την αρχή, γιατί συνέβη; Μετά αρχίζεις και ξαναπαίζεις στο replay τις συναντήσεις σας μέσα στο μυαλό σου, ψάχνοντας μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια. Συζητήσεις, αγγίγματα, χαμόγελα, γλώσσα του σώματος, όλα φιλτράρονται κι αναλύονται, με σκοπό να βρεθεί το τρωτό σημείο, το στραβοπάτημα, η λάθος ατάκα που μπορεί να φόβισε ή να ξενέρωσε τον άλλον.
Σε κάποιες φάσεις, μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία, είναι φορές εναντιώνεσαι. Σε πιάνει το παράπονο και ταυτόχρονα τα νεύρα, και οι ερωτήσεις προς άγνωστη κατεύθυνση πολλαπλασιάζονται. «Γιατί με άφησες να πιστεύω και να ελπίζω; Γιατί μου το πες αυτό, ενώ δεν το εννοούσες;».
Εννοείται, φυσικά, πως σε αυτήν την αναζήτηση του «πράσινου διαμαντιού» δεν είσαι μόνος, καλέ μου Ιντιάνα Τζόουνς του έρωτα! Κολλητοί, κολλητές και κοντινοί άνθρωποι εν γένει επιστρατεύονται προκειμένου να δοθεί λύση σε αυτό το μυστήριο, αλλά και να μαζέψουν τα σπασμένα σου κομμάτια από το πάτωμα και να επέλθει η συγκόλλησις, έστω και προσωρινά. Ώρες ανταλλαγής μηνυμάτων, κλήσεων και δια ζώσης συζητήσεων, προκειμένου να βρεθεί το Error 404 στην ιστορία σου με αυτόν ή αυτήν που ποθείς και παράλληλα, να δοθούν οι «σωστές» συμβουλές επιβίωσης.
Ναι, καλά κατάλαβες! Εννοείται πως τους δικούς σου ανθρώπους τους ενδιαφέρει να είσαι εσύ καλά, επομένως ο καθένας από αυτούς θα δώσει τη συμβουλή που πιστεύει ότι θα οδηγήσει τα πράγματα στην κατάλληλη έκβαση κι εσύ θα βρεθείς εν μέσω μιας καταιγίδας αντικρουόμενων συμβουλών και απόψεων, καταλήγοντας χειρότερα μπερδεμένος απ’ ότι ξεκίνησες.
Θέλω αρχικά να ηρεμήσεις, να χαλαρώσεις και να δεις τα πράγματα από μια άλλη οπτική γωνία. Αργά ή γρήγορα κάτι στη συμπεριφορά του άλλου ατόμου, είτε σε κάποιο μήνυμα είτε σε κάποια συνάντηση, θα σου δείξει από μόνο του ποιο δρόμο πρέπει να ακολουθήσεις. Πολλές φορές, μια κουβέντα ή μια απλή κίνηση αρκούν για να σε κατευθύνουν ώστε να βοηθήσεις το αποτέλεσμα να κριθεί, πρώτα απ’ όλα μέσα σου. Άπαξ και πάρεις την απόφαση εσύ για το πόσο μετρά αυτός ο άνθρωπος, εν τέλει, για σένα, έχεις ήδη διανύσει τη μισή διαδρομή μέχρι να διαλέξεις μεταξύ του να δώσεις τη μάχη σου ή να κατευθυνθείς καλπάζοντας με χάρη σε κάποιον άλλον μικρό λευκό ανεμόμυλο, ως άλλος Δον Κιχώτης.
Ο δρόμος είναι απλός, μα συχνά εμείς τείνουμε να τον βλέπουμε πιο δύσκολο απ’ ότι πραγματικά είναι. Ο,τι μας βασανίζει, εσκεμμένα ή ακούσια, δεν κάνει για μας και πρέπει σιγά σιγά να το αφήνουμε πίσω μας. Χωρίς hard feelings, χωρίς θυμό, χωρίς χολή. Τίποτα δεν τελείωσε άσχημα και πικρά. Τίποτα δεν τελείωσε γενικώς, γιατί τίποτα δεν άρχισε. Κρατάμε που κρατάμε μέσα μας κατάλοιπα για σχέσεις που τελείωσαν άσχημα, δύσκολα, πικρά, επίπονα, θα βάλουμε μαράζι και για αυτές που δεν άρχισαν;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου