«Θέατρο του Παραλόγου»: μια έκφραση που σήμερα χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση που θεωρούμε εκτός λογικής, μια τρέλα. Ωστόσο, εάν ακολουθήσουμε το νήμα της φράσης αυτής μέχρι το πραγματικό της νόημα και την προέλευσή της, θα διαπιστώσουμε πως πρόκειται για ένα εμβληματικό θεατρικό είδος που σημάδεψε ανεξίτηλα τα δεδομένα του σύγχρονου Δυτικού Κόσμου.
Με φιλολογία που εκτείνεται στο μεγαλύτερό της μέρος της σε τρεις ολόκληρες δεκαετίες και κυρίαρχους εκπροσώπους προσωπικότητες-ογκόλιθους για την εξέλιξη του σύγχρονου θεάτρου παγκοσμίως, το είδος αυτό ασχολήθηκε με την ανησυχία του σύγχρονου ανθρώπου σε σχέση με φιλοσοφικά ζητήματα της ύπαρξής του και κατόρθωσε να απασχολήσει για πολλά χρόνια το θεατρικό στερέωμα, είτε με θετικές είτε με αρνητικές κριτικές. Μάλιστα, οι αρνητικές κριτικές ήταν αυτές που του έδωσαν και την ονομασία «Αντι-Θέατρο», λόγω του ότι θεωρήθηκε πως κατέρριπτε με τη διάρθρωση και τα «πιστεύω» του τον κόσμο του θεάτρου όπως οι άνθρωποι τον γνώριζαν μέχρι τότε.
Οι ερευνητές της ιστορίας του θεάτρου αναφέρουν πως το θεατρικό αυτό είδος έχει, στην πραγματικότητα, τις ρίζες του αρκετά πιο πίσω από τις δεκαετίες του ’40, του ’50 και του ’60, όποτε και άκμασε. Πιο συγκεκριμένα, το Θέατρο του Παραλόγου ξεπήδησε μέσα από το Ντανταϊσμό, καλλιτεχνικό ρεύμα των αρχών του 20ου αιώνα, με πυλώνες του την αισθητική αναρχία και την ευαισθησία απέναντι στη θηριωδία του πολέμου. Από αυτό το καλλιτεχνικό ρεύμα το Θέατρο του Παραλόγου άντλησε την απόρριψη των κλασικών ιδανικών της τέχνης, καθώς και την εσκεμμένη χρήση του στοιχείου του παραλόγου, που απαντάται και σαν βασικό στοιχείο του ρεύματος του Σουρεαλισμού που ακολούθησε.
Ως «παράλογο» ορίζεται οτιδήποτε ξεφεύγει της «λογικής» οπτικής για τη ζωή που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος και απεικονίσεις του μπορεί να κυμαίνονται από κήποι βαμμένοι στο κόκκινο μέχρι πάρτι γενεθλίων, τα οποία τα διέπει σκοταδισμός. Αξίζει να σημειωθεί πως το «παράλογο» λειτουργεί ως μηχανισμός συγκέντρωσης κι εγρήγορσης του ενδιαφέροντος του θεατή, καθώς οτιδήποτε ξεφεύγει της κανονικότητας επάνω στη σκηνή ή στο κείμενο μπορεί να τον κάνει να προσέξει και να διατηρήσει την προσοχή του σε αυτό. Επιπρόσθετα, το «παράλογο» στοιχείο μπορεί κάλλιστα να λειτουργήσει ως συμβολισμός μιας έννοιας ή μιας κατάστασης δύσκολης να εξηγηθεί και να συζητηθεί.
Εκτός, όμως, από το «παράλογο» και τους συμβολισμούς που μπορεί αυτό να πάρει, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που κάνουν το Θέατρο του Παραλόγου μοναδικό και ξεχωριστό ως θεατρικό είδος. Για παράδειγμα, παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ο τρόπος χειρισμού εννοιών όπως ο χώρος και ο χρόνος. Στο θεατρικό αυτό είδος, οι έννοιες του χώρου και του χρόνου είναι ρευστές και συχνά απροσδιόριστες, προσδίδοντας, με αυτόν τον τρόπο, στη διαχρονικότητα των προβληματισμών και των θεμάτων που αγγίζονται στα έργα αυτά, λέγοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι έρχονται στο φως σε κάθε πιθανό μέρος του κόσμου, σε κάθε πιθανή χρονική στιγμή. Οι θεατρικοί συγγραφείς που υπηρέτησαν το είδος αυτό επέλεξαν, όμως, να θολώσουν τα όρια του τοπικού σκηνικού και της χρονικής περιόδου στις οποίες εκτυλίσσονται οι ιστορίες τους γιατί, στο τέλος της ημέρας, δε μετρά το «που» και το «πότε» συμβαίνει κάτι, αλλά το τι πραγματικά συμβαίνει και το που οδηγεί.
Ακόμα, στοιχείο του Θεάτρου του Παραλόγου αποτελεί και η «ονειρική» (κάποιες φορές και «εφιαλτική») ατμόσφαιρα που δημιουργείται μέσα από τα έργα αυτά. Για παράδειγμα, στο έργο του Pinter ‘The Birthday Party’, ένα φαινομενικά αθώο παιδικό παιχνίδι, η τυφλόμυγα, καταλήγει να οδηγήσει σε επίθεση προς τον χαρακτήρα που έχει τα μάτια του δεμένα, γεγονός που τον καθιστά αδύναμο να αντιδράσει, αλλά και να προβλέψει τα ερχόμενα χτυπήματα και την προέλευσή τους. Αντίστοιχα στοιχεία και εικόνες (συχνά και πιο σκληρές από αυτές) παρατηρούνται και στα έργα των σουρεαλιστών ποιητών, όπως στον «Ελεγκτή» του Μίλτου Σαχτούρη, που ξεκινά με τους στίχους «Ένας μπαχτσές γεμάτος αίμα είν’ ο ουρανός/και λίγο χιόνι».
«Θέατρο του Παραλόγου», λοιπόν: ένα θεατρικό είδος με ισχυρούς (κυρίως πολιτικούς και υπαρξιακούς) συμβολισμούς, προκλήσεις όσον αφορά στο staging των έργων που το απαρτίζουν, μα και ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που δημιουργείται μέσω των διαλόγων και των συμβολισμών. Εκεί που ο χώρος και ο χρόνος δεν έχουν καμία σημασία, γιατί αυτό που περιγράφεται και εξελίσσεται μπροστά στα μάτια του θεατή μπορεί να συνέβαινε από πάντα ή/και να μη συνέβη ποτέ. Έχει τόση σημασία;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου