Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 έκανε πρεμιέρα στη βρετανική τηλεόραση ένα τηλεπαιχνίδι με τίτλο “Who wants to be a millionaire?”. Στην Ελλάδα το γνωρίσαμε με το όνομα «Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος;» και οι κανόνες είχαν ως εξής: ο κάθε παίκτης έπρεπε να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις επιλέγοντας την απάντηση που θεωρεί σωστή μέσα από τέσσερις πιθανές απαντήσεις. Με κάθε σωστή απάντηση ανέβαινε ο βαθμός δυσκολίας αλλά και το ποσό των χρημάτων που κέρδιζε. Ο πιθανός εκατομμυριούχος στην πέμπτη και στη δέκατη ερώτηση, αν τις κέρδιζε, κατοχύρωνε το ποσό αυτής της κερδισμένης ερώτησης και σε περίπτωση που αποτύγχανε στις επόμενες έπεφτε σε αυτό το ποσό και δε μηδενιζόταν. Αυτές οι δύο ερωτήσεις ονομαζόταν «μαξιλαράκια». Επιπλέον, είχε τρεις βοήθειες: το πενήντα-πενήντα που έδινε την επιλογή ανάμεσα σε δύο απαντήσεις, το τηλέφωνο που έδινε τη δυνατότητα να ρωτήσει κάποιο συγγενή ή φίλο και το κοινό που ψήφιζε ποια θεωρούσε ως σωστή απάντηση.

Αυτός ο κανόνας με τα μαξιλαράκια υιοθετήθηκε ως όρος για να περιγράψει μια -όχι και τόσο νέα- τάση στις ερωτικές σχέσεις, που ονομάστηκε «cushioning» από την αγγλική λέξη «cushion» που σημαίνει μαξιλάρι. Το cushioning είναι ουσιαστικά όταν παράλληλα με τη σχέση, ο ένας ή και οι δύο σύντροφοι, επιλέγουν να βγαίνουν και με άλλα άτομα. Ονομάστηκε έτσι γιατί ο σύντροφος που επιλέγει να φλερτάρει και με άλλα άτομα, στην πραγματικότητα τα βλέπει ως «μαξιλαράκια» σε περίπτωση που πέσει και φάει τα μούτρα του από τη βασική του σχέση. Αντί δηλαδή να πέσει στο μηδενικό ποσό και τα χάσει όλα, να μετριάσει την πτώση του με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, πέφτοντας στα μαλακά.

Σε αυτήν την τάση υπάρχουν δύο πρωταγωνιστές: αυτός που κάνει cushioning φλερτάροντας και βγαίνοντας με άλλα άτομα και αυτός που είναι το μαξιλάρι του. Χαρακτηριστικό του πρώτου είναι συχνά η ανάγκη του να κινηθεί με αυτόν τον τρόπο στην αρχή μιας καινούργιας σχέσης. Μπορεί αυτό να προκύπτει από κάποια ανασφάλεια που έχει λόγω παρελθοντικών λαθών στον ερωτικό τομέα ή από ανωριμότητα που δεν τον αφήνει να δει ξεκάθαρα ότι μέσα σε όλο αυτό κάποιος μπορεί να πληγωθεί.  Ίσως υπάρχει βέβαια και το στοιχείο του φόβου της μοναξιάς. Το άτομο επιλέγει να έχει ανθρώπους γύρω του για να σιγουρέψει την ερωτική του ζωή. Δυστυχώς όμως κάποια στιγμή τα πραγματικά συναισθήματά του θα βγουν στην επιφάνεια και ίσως τότε καταλάβει ότι δεν είναι μαζί με αυτόν τον άνθρωπο που πραγματικά θα ήθελε. Μόνο που στη συγκεκριμένη φάση δε θα μπορεί να χρησιμοποιήσει τις δύο βοήθειες. Η φιλική συμβουλή και η γνώμη του κοινού εδώ δεν μπορούν να τον σώσουν.

Στην αντίπερα όχθη είναι οι άνθρωποι μαξιλάρια. Τα τρίτα πρόσωπα σε μια σχέση τα οποία μάλιστα πολλές φορές δε γνωρίζουν την ύπαρξη του βασικού συντρόφου. Προσπαθούν να μεταφράσουν κάθε μήνυμα ή κάθε βλέμμα ως ερωτικό, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι έρχονται δεύτεροι. Χωρίς να καταλαβαίνουν ότι ουσιαστικά δεν αποτελούν τίποτα πέρα από μια ασφάλεια για το άλλο άτομο. Αρκετές φορές το cushioning μπορεί να εξελιχθεί σε ghosting, με τον cushioner να εμφανίζεται και εξαφανίζεται όποτε θέλει και να δίνεται όσο θέλει, τόσο στον σύντροφό του όσο και στα μαξιλάρια του.

Άνθρωπο μαξιλάρι σε κάποιες περιπτώσεις θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε και τον σύντροφο του cushioner, ιδιαίτερα όταν εκείνος δε γνωρίζει την κατάσταση. Υπάρχουν όμως και αυτοί που στην αρχή μιας σχέσης θέλουν να δώσουν στον σύντροφό τους το χώρο και το χρόνο να καταλάβει τι θέλει. Αυτές είναι οι περιπτώσεις όπου το ζευγάρι ορίζει εξαρχής τους κανόνες της σχέσης του και υπάρχει ειλικρίνεια και επικοινωνία. Όταν όμως τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα εξαρχής, τότε κάποιος μένει στο σκοτάδι και κάποιος αναλώνεται μέσα σε ψέματα για να καλυφθεί. Και στο τέλος κάποιος πληγώνεται.

Ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι η ανάγκη για cushioning υποδηλώνει τελικά φοβία για τη μοναξιά και μπορεί το όνομα να είναι καινούριο, η κατάσταση όμως υπήρχε ανέκαθεν. Αυτό που συνιστούν οι ειδικοί είναι ο τρόπος σκέψης που μαθαίναμε από παιδιά: να μην κάνουμε στον άλλον αυτό που δε θα θέλαμε να μας κάνει. Άλλωστε δε θα ήταν λιγότερο περίπλοκο το να ξεκαθαρίσουμε αν θέλουμε να μείνουμε ή να φύγουμε από μια σχέση, χωρίς την παρουσία τρίτων ατόμων να μας μπλοκάρουν; Σίγουρα πάντως θα ήταν σοφό να σκεφτεί κανείς ότι ίσως να μην πονάει να πέσεις σε ένα μαξιλάρι, αλλά σίγουρα πονάει, όταν ανακαλύπτεις ότι δεν είναι το μαξιλάρι που πραγματικά ήθελες.

 

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη