Η φύση λέει ότι τα αντίθετα έλκονται. Ο νόμος των σχέσεων λέει ότι δύο άνθρωποι συνδέονται γιατί ο ένας συμπληρώνει τον άλλο, κάτι σαν τα κομμάτια του παζλ. Ναι, είναι δεδομένο ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Μετά, όμως, από ένα εύλογο διάστημα κοινής πορείας, ο ένας μαθαίνει τον άλλο τόσο καλά που οι δύο σύντροφοι αρχίζουν πλέον να μοιάζουν ο ένας στον άλλο. Και ξεκινά μια καινούργια κατάσταση στην οποία ο ένας γνωρίζει σχεδόν απέξω τον άλλον, απ’ το γούστο του στο φαγητό και στο ντύσιμο μέχρι την πρώτη και τελευταία κίνηση που θα κάνει το πρωί που θα ξυπνήσει και το βράδυ πριν κοιμηθεί.

Ο χρόνος δε χρειάζεται να ‘ναι χρόνια ολόκληρα. Όποιος θέλει να μάθει τον άλλον, τον μαθαίνει και στον πρώτο μήνα της σχέσης. Σηκώνεται το βράδυ κρυφά κι απ’ τα βήματα καταλαβαίνεις ότι πάει στην κουζίνα, γιατί ψυλλιάστηκες πως το φαγητό δεν ήταν αυτό που ήθελε ή δεν ήταν αρκετό. Ξέρεις ότι αν αναζητήσει γλυκό μέσα στα μεσάνυχτα, κάτι τρέχει. Ακούς απλά ήχους και ξέρεις τι κάνει και γιατί. Ψάχνει να βρει κάτι μέσα στο συρτάρι και μόνο που τα κοιτάει, πετάγεσαι και λες πού θα βρει αυτό που θέλει. Ξεχνάει ο ένας και θυμάται ο άλλος.

Πόσο συγκλονιστικό είναι αυτό! Να ξέρεις ότι ο άνθρωπός σου γνωρίζει ότι θα γυρίσεις απ’ τη δουλειά και θα μπορέσει μόνο από την έκφραση του προσώπου σου να καταλάβει τι πέρασες όλη τη μέρα εκεί. Είναι, όμως, αυτή η κατάσταση τόσο δυνατή, έτσι ώστε να διατηρήσει μία σχέση;

Εδώ κρύβονται δύο μεγάλες παγίδες. Η πρώτη έχει να κάνει με τη ρουτίνα μιας σχέσης. Ξέρεις ακριβώς τι αέρα αναπνέει ο άλλος και δεν αλλάζει μια κατάσταση. Κάποιες συνήθειες δεν κόβονται και καταλήγεις να ‘σαι σε μια σχέση γεμάτη βαρεμάρα κι επαναλήψεις. Το αναμενόμενο κουράζει. Το διαφορετικό, όμως, φέρνει έναν αέρα ανανέωσης και γλυτώνεις τα αδιέξοδα.

Και πάμε στη δεύτερη παγίδα: Μαθαίνεις τόσο καλά τον άλλο που καταλήγετε στο τέλος να κάνετε τα ίδια πράγματα, ενώ είστε διαφορετικοί χαρακτήρες και προσωπικότητες. Πάντα κάποιος θα ‘ναι αυτός που θα καταπιέζεται και θα υποχωρεί και κάποιος θα ‘ναι αυτός που θα υπερτερεί σε μια σχέση, επιβάλλοντας τους δικούς του όρους. Η σχέση καταλήγει σε λάθος δρόμο κι, ενώ ο ένας νιώθει βασιλιάς (για να μη πω μονάρχης), ο άλλος κάνει συνώνυμό του την υποτέλεια και νιώθει μετά από κάποιο διάστημα να πνίγεται. Γι’ αυτό είναι σημαντικό σε μια σχέση να μη χάνεις τον εαυτό σου.

Πώς μπορούν δύο άνθρωποι, που νιώθουν μια έλξη και θέλουν να ‘ναι μαζί, να αποφύγουν αυτές τις δύο παγίδες; Σίγουρα με πολλή υπομονή και κατανόηση κι απ’ τις δύο πλευρές. Ο άνθρωπος που δε θέλει να γνωρίσει στοιχεία του εαυτού του άλλου φαίνεται απ’ την αρχή και, αν το θέλεις, μπορείς να το δεις -όσο κι αν σε τυφλώνει ο έρωτας κι η καψούρα.

Είναι τόσο ωραίο και σχεδόν μαγικό να νιώθεις τον άλλο σαν να τον γέννησες. Να πονάς, όταν χτυπάει. Να χαίρεσαι, όταν πετυχαίνει. Να ερμηνεύεις τις σιωπές του. Να μαντεύεις τις αντιδράσεις του. Να ξέρεις τι αγαπά και τι μισεί. Αλλά επίσης είναι και βασικό να μη γίνεσαι ίδιος με αυτόν. Να συμπληρώνεις την παλέτα του, να μη γίνεσαι η απόχρωσή του. Θυμήσου ότι τον αγάπησες, γιατί είδες κάτι άλλο σε αυτόν, κι όχι τον ίδιο σου τον εαυτό.

 

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη