Η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου έχασε ένα ακόμα αστέρι της, τη Μαίρη Χρονοπούλου. Η μεγάλη αυτή Ελληνίδα ηθοποιός έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών, έχοντας ξεγελάσει τον χάρο τουλάχιστον έξι φορές -όπως η ίδια είχε δηλώσει. Ένας άνθρωπος που πέρασε πολλά, πέρασε δύσκολα, αλλά κατάφερε μέχρι το τέλος της ζωής της να μοιράζει μαθήματα αξιοπρέπειας.
Γεννήθηκε το 1933 στην Αθήνα. «Οι ρόλοι της επιβλητικοί και δυναμικοί. Η ίδια συναισθηματική και αθεράπευτα ρομαντική. Πέρασε το κατώφλι της Φίνος Φιλμ σε ηλικία 20 ετών και μέχρι το 1970 κατάφερε να μαγέψει τον φακό σε κωμωδίες, δράματα και φαντασμαγορικά μιούζικαλ. Ερμήνευσε με πάθος κόντρα ρόλους, τραγούδησε εμβληματικά άσματα που έμειναν στην ιστορία και ξεπέρασε δύσκολες προκλήσεις που της έφερε η ζωή με αποφασιστικότητα και θέληση», αναφέρει στο αποχαιρετιστήριό της tweet η εταιρεία.
Πρωταγωνίστησε δίπλα σε μεγάλα ονόματα της εποχής, όπως ο Νίκος Κούρκουλος, ο Φαίδων Γεωργίτσης, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Γιάννης Βόγλης και ο Λάκης Κομνηνός. Ο πρώτος ρόλος της ήταν το 1954 -ούσα ακόμα φοιτήτρια του Εθνικού- στην ταινία «Χαρούμενο Ξεκίνημα» του Ντίνου Δημόπουλου. Ακολούθησαν αρκετοί ρόλοι, οι οποίοι την καθιέρωσαν στη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. «Τα κόκκινα φανάρια», «Κραυγή», «Το τεμπελόσκυλο», «Οι αδίστακτοι», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο», «Κοινωνία ώρα μηδέν», «Οι θαλασσιές οι χάντρες», «Μια κυρία στα μπουζούκια», «Γοργόνες και μάγκες», «Ορατότης μηδέν», «Το παρελθόν μιας γυναίκας», «Οι κυνηγοί», «Πανικός στα σχολεία», «Ταξίδι στα Κύθηρα» είναι μερικές απ’ τις ταινίες που την απολαύσαμε.
Στο θέατρο συμμετείχε σε παραστάσεις του Εθνικού, στον θίασο των Διονυσίων και στον θίασο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ και του Αλέξη Σολομού. Μετά την περίοδο της χούντ@ς, συμμετείχε σε παραστάσεις υπό τη σκηνοθεσία του Βαγγέλη Σειληνού και του Ερρίκου Ανδρέου. Αν και έκανε κάποιες εμφανίσεις σε σειρές της ΕΙΡΤ, της ΥΕΝΕΔ και της ΕΡΤ, με την άνθηση της ιδιωτικής τηλεόρασης την απολαύσαμε ως πρωταγωνίστρια στη σειρά του Mega, «Μάνα είναι μόνο μία», στον ρόλο της μαμάς, Μαίρης Μωϋσιάδου.
Εκτός όμως από το υποκριτικό της ταλέντο, η Μαίρη αγαπούσε τον χορό και η φωνή της έντυσε μελωδικά πολλές από τις ερμηνείες της. Τη θυμόμαστε στα μιούζικαλ του Δαλιανίδη δίπλα στον Γιάννη Πουλόπουλο και στον Βαγγέλη Σειληνό και στις δραματικές της ερμηνείες, όπως στο τραγούδι «Υπάρχει κάπου ένα παιδί» στην ταινία του 1969, «Όταν η πόλις πεθαίνει». Το τραγούδι «Του αγοριού απέναντι» που ερμήνευσε στην ταινία «Μια κυρία στα μπουζούκια» με το μαύρο φόρεμα ήταν αυτό που της έδωσε τον τίτλο της «μοιραίας γυναίκας». Η ίδια είχε δηλώσει ότι δεν ήταν καθόλου έτσι. Στη συγκεκριμένη ερμηνεία αυτοσχεδίασε τις κινήσεις, χωρίς να ακολουθήσει κάποια χορογραφία και δεν μπορούσε να αναλογιστεί την επιτυχία που θα ακολουθούσε. «Η Μαίρη δεν ήταν απλώς μια γυναίκα. Ήταν γυναίκα του γλεντιού και σύμβολο του ελληνικού κινηματογράφου», ανέφερε το αποχαιρετιστήριο μήνυμα της Finos Films.
Η Μαίρη Χρονοπούλου τιμήθηκε με Βραβείο από την Ένωση Κριτικών το 1967 και με την ερμηνεία της στην ταινία «Τα παιδιά της χελιδόνας» κέρδισε το Βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1987. Το 2021, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου την τίμησε με το Βραβείο Συνολικής Προσφοράς στην τελετή απονομής των βραβείων ΙΡΙΣ. Το βραβείο το έλαβε δια χειρός του προέδρου της Ακαδημίας, Γιώργου Τσεμπερόπουλου, και του προέδρου του ΣΕΗ, Σπύρου Μπιμπίλα, και στην ευχαριστήρια ομιλία της μεταξύ άλλων δήλωσε: «Τον κινηματογράφο τον λάτρεψα από την πρώτη στιγμή κι αυτός με αγάπησε με τη σειρά του -δεν μπορώ να πω. Κι οι κινηματογράφος μού έδωσε μεγάλες χαρές. Μου αρέσει να παίρνω βραβεία και ευχαριστώ την Ακαδημία που μου το χάρισε. Δείξτε μου έναν άνθρωπο που να μην του αρέσει να παίρνει βραβεία και θα σας δείξω έναν μεγάλο ψεύτη».
Η Μαίρη δεν ήταν απλώς μια μοιραία γυναίκα, η ντίβα με τη λουσάτη εμφάνιση και την εκρηκτική προσωπικότητα. Η ίδια χαρακτήριζε τον εαυτό της άτομο συναισθηματικό και αρκετά κλειστό. Μιλώντας για το οικογενειακό της περιβάλλον, αναφέρθηκε στην καταπίεση που δέχτηκε σε ένα άκρως συντηρητικό σπίτι και την επανάσταση που έκανε σε ηλικία 28 ετών, όταν και έφυγε από το πατρικό της, για να ανεξαρτητοποιηθεί. «Απερίγραπτο συναίσθημα να ανοίγεις την πόρτα του δικού σου σπιτιού, αλλά και μοναχικό. Είναι ωραίο να μην εξαρτάσαι από άλλους. Η ανεξαρτησία, η αυτοτέλεια, η αυτονομία, είναι ωραίο πράγμα, είναι μαγεία. Ειδικά όταν την έχεις στερηθεί τόσο πολύ», δήλωσε η ίδια σε συνέντευξή της.
Η Μαίρη Χρονοπούλου ήταν μια γυναίκα που ερωτεύτηκε πολύ και ταλαιπωρήθηκε πολύ από κάποιες επιλογές της. Ο πρώτος της έρωτας -πλατωνικός- ήταν ο Μίμης Πλέσσας, για τον οποίο γράφτηκε στην ομάδα μπάσκετ που προπονούσε η αδερφή του. Αρραβωνιάστηκε τον Αντρέα Μπάρκουλη για τρία χρόνια, ενώ το 1975 παντρεύτηκε για μικρό διάστημα τον βουλευτή Δημήτρη Μπότσαρη. Η τελευταία της σχέση ήταν με τον ηθοποιό Νίκο Σταγόπουλο και διήρκησε 10 χρόνια. Ο μεγαλύτερός της έρωτας, όμως, θα παραμείνει για πάντα κρυφός, όπως η ίδια δήλωσε σε συνέντευξή της στον Alpha. Δεν ένιωσε ποτέ την ανάγκη να απολογηθεί για τα λάθη της στον έρωτα και μίλησε ανοικτά για την αδελφική φιλία που την ένωνε με τον Νίκο Κούρκουλο, του οποίου τη βοήθεια ζήτησε για να γλιτώσει από μια κακoποιητική σχέση. Η φιλία τους επισφραγίστηκε όταν έγινε νονά του Άλκη Κούρκουλου.
Αγωνίστρια για τα δικαιώματα των ηθοποιών, κατέβαινε σε διαδηλώσεις, διεκδικώντας τα αυτονόητα. Όταν αποτραβήχτηκε από τα φώτα της δημοσιότητας, η μοίρα τής επεφύλασσε να δώσει τη πιο δύσκολη μάχη της ζωής της. Ένα τροχαίο ατύχημα το 1999 την αφήνει σχεδόν παράλυτη για 20 χρόνια, και χρειάστηκε πολύς κόπος και προσπάθεια για να ξανασταθεί στα πόδια της. Όλη της την περιουσία την χάρισε πριν λίγα χρόνια στο Χαμόγελο του Παιδιού. Σε ένα από αυτά τα ακίνητα έμειναν δύο παιδιά, τα οποία βρήκαν τον χώρο που χρειαζόντουσαν για να ανασυγκροτηθούν και να ανοίξουν τα δικά τους φτερά. Για τη Μαίρη αυτό ήταν αρκετό.
Έφυγε με το κεφάλι ψηλά. Όπως η «Ματρώνα» που ερμήνευσε στην τελευταία της εμφάνιση στη σειρά «Έτερος Εγώ: Νέμεσις» του Σωτήρη Τσαφούλια πριν λίγους μήνες. Ένας ολιγόλεπτος ρόλος, εντελώς διαφορετικός από όσα είχαμε δει από τη μεγάλη αυτή ηθοποιό. Πέρασε στην αιωνιότητα, δίπλα στα μεγάλα αστέρια του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, που έστρωσαν τον δρόμο για τα επόμενα ταλέντα σε δύσκολες εποχές.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.