Το 1503, στη Φλωρεντία, ο Leonardo DaVinci θα ξεκινήσει να δημιουργεί το διασημότερο έργο τέχνης στον κόσμο, την περίφημη και ξακουστή “Mona Lisa”. Σήμερα η “Mona Lisa” εκτίθεται στο Λούβρο και σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνονται πιθανολογείται ότι είναι το πορτραίτο της Lisa Gherardini, συζύγου ενός εμπόρου υφασμάτων, του Francesco del Giocondo, γι’ αυτό και το δεύτερο όνομα του πίνακα είναι «La Gioconda». Υπάρχουν πηγές που αναφέρουν ότι ο λόγος που ζητήθηκε από τον DaVinci να φτιάξει αυτό το πορτραίτο ήταν για τον εορτασμό της αγοράς καινούριας οικίας του ζευγαριού το 1503 ή για τη γέννηση του γιου τους το 1502 μετά την απώλεια της κόρης τους το 1499. Το δεύτερο σενάριο ενισχύθηκε περισσότερο από το μαύρο βέλο στα μαλλιά της “Mona Lisa”.
Η πολύπλευρη προσωπικότητα του καλλιτέχνη και μια μεγάλη σειρά θεωριών γύρω από το πορτραίτο, βοήθησαν το έργο να αποκτήσει μια φήμη εδώ και πέντε αιώνες που κανένα άλλο μεταγενέστερο έργο τέχνης δεν έχει καταφέρει να φτάσει ή να ξεπεράσει. Στον χώρο του Λούβρου βρίσκεται σε ένα ειδικό κουβούκλιο στη μέση της αίθουσας απέναντι από τον μεγαλύτερο πίνακα του μουσείου, τον «Γάμο στην Κανά» του Ιταλού αναγεννησιακού ζωγράφου Veronese. Το αστείο είναι ότι ελάχιστοι προσέχουν τον τεράστιο αυτό πίνακα, του οποίου το ύψος είναι 7 μέτρα και το πλάτος αγγίζει τα 10. Αντιθέτως ο κόσμος συγκεντρώνεται στη μέση, όπου η «μικρή» σε διαστάσεις «Mona Lisa» -0,77 ύψος και 0,55 πλάτος- κλέβει την παράσταση.
Στις πιο διάσημες θεωρίες και μυστήρια γύρω από τον πίνακα του DaVinci, πρωτοστατούν οι προσπάθειες για την ερμηνεία του χαμόγελού της. Αυτό το εμβληματικό μειδίαμα που ανάλογα από ποιο σημείο κοιτάς τον πίνακα, αλλάζει ύφος. Ενίοτε δείχνει απόμακρη, όπως το τοπίο με τα βουνά πίσω της, ενώ άλλες φορές νομίζεις ότι σε κοιτάει και χαμογελάει για κάποιο λόγο. Άλλωστε το όνομά της, «Gioconda», στα ιταλικά προέρχεται από τη λέξη «jocund» που σημαίνει «χαρωπός». Η μεταβλητότητα του ύφους της έχει δώσει έναυσμα σε επιστήμονες να το ερευνήσουν και να διατυπώσουν την άποψη ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι η αυτοπροσωπογραφία του DaVinci, κάτι που πλέον πιστεύουν αρκετοί -ειδικοί και μη- ανά τον κόσμο.
Η αλήθεια είναι ότι ο DaVinci φιλοτέχνησε τον πίνακα περίπου το 1506 και εδώ είναι ίσως το πιο μυστηριώδες κομμάτι της ιστορίας. Σύμφωνα με τους ιστορικούς ερευνητές ο πίνακας δεν παραδόθηκε στον πελάτη για τον οποίο προοριζόταν, αλλά ο ζωγράφος τον πήρε μαζί του στη Γαλλία το 1516. Είχε εμμονή με το συγκεκριμένο έργο και όπου πηγαίνει το έπαιρνε μαζί του. Συνήθιζε να αφήνει τα έργα του ημιτελή και πιθανολογείται ότι τον τελείωσε λίγο πριν φύγει από τη ζωή το 1519. Από εκείνη τη στιγμή άρχισαν και οι περιπέτειες του πίνακα. Στην αρχή πωλήθηκε από κληρονόμους του DaVinci στον βασιλιά της Γαλλίας, Φραγκίσκο Α’, και μετά πέρασε στα χέρια του Λουδοβίκου ΙΔ’, ο οποίος τον τοποθέτησε στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Ουσιαστικά μέχρι το 1799 και το τέλος της Γαλλικής Επανάστασης βρισκόταν στην αφάνεια και εκτέθηκε πρώτη φορά στο Λούβρο το 1804. Για μικρό διάστημα βρισκόταν στην κατοχή του Ναπολέοντα και κοσμούσε το Ανάκτορο του Κεραμικού όπου και έμενε.
Από το 1860 και μετά η «Mona Lisa» αρχίζει να αποκτά τη φήμη που γνωρίζουμε ως σήμερα. Διάφοροι ιστορικοί της τέχνης αρχίζουν να τη θεωρούν ένα από τα καλυτέρα δείγματα της Αναγεννησιακής εποχής. Τον Αύγουστο του 1911, θα κλαπεί από το Λούβρο και γι’ αυτό θα ανακριθούν ο Γάλλος ποιητής Guillamme Apollinaire και ο Ισπανός ζωγράφος Pablo Picasso χωρίς αποτέλεσμα. Δύο χρόνια μετά, θα βγει στο φως η αλήθεια και ο πίνακας θα βρεθεί στην Ιταλία. Τον είχε αφαιρέσει από το γαλλικό μουσείο ένα υπάλληλός του, ο Ιταλός Vincenzo Perrugia, με σκοπό να τον επαναπατρίσει στην Ιταλία. Λόγω του έκδηλου πατριωτισμού του, θα φυλακιστεί μόνο για 6 μήνες, ενώ το 1914 η «Mona Lisa» θα ξαναταξιδέψει για Γαλλία. Την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου μεταφέρθηκε σε διάφορα μέρη προκειμένου να προστατευτεί από επιθέσεις και λεηλασίες.
Με την πάροδο του χρόνου, η «Mona Lisa» απέκτησε μόνιμη θέση στο Λούβρο και έγινε μαγνήτης πολλών επισκεπτών. Θεωρείται ιδιοκτησία του γαλλικού κράτους και δεν μπορεί να αγοραστεί ούτε και να πουληθεί. Το 2019, μετά από 10μηνη απουσία για λόγους συντήρησης, ξαναβρέθηκε στον χώρο όπου εκτίθεται, με τη διοίκηση του μουσείου να αλλάζει το σύστημα επίσκεψης του κοινού. Προκειμένου να μειωθεί η αναμονή στην ουρά, οι φύλακες επιτρέπουν σε κάθε επισκέπτη να σταθεί μόνο 30 δευτερόλεπτα μπροστά της για να τη θαυμάσει και για να βγάλει φωτογραφίες. Οι γκρίνιες και τα παράπονα δε λείπουν, όπως είναι φυσικό, αφού κανένας δε βρίσκει αρκετό αυτόν τον χρόνο για να την απολαύσει. Οι λόγοι έχουν να κάνουν κυρίως με τη λειτουργικότητα του μουσείου και την ασφάλεια της «Mona Lisa», που πλέον μας κοιτάζει πίσω από αλεξίσφαιρο γυαλί ασφαλείας προηγμένης τεχνολογίας. Από τον πρώτο καιρό που εκτέθηκε δημόσια μέχρι και σήμερα έχουν επιχειρήσει αρκετοί να της προκαλέσουν ζημιά προκειμένου να τραβήξουν τα φώτα της δημοσιότητας. Αυτή τους η προσπάθεια να κλέψουν λίγη από τη λάμψη της δείχνει για ακόμη μια φορά πόσο διάσημη είναι.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.