Στην επιστήμη της Ψυχολογίας υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων προς μελέτη που χαρακτηρίζονται από ευαίσθητοι έως υπερβολικά ευαίσθητοι. Αυτά τα άτομα υψηλής ευαισθησίας -ή αλλιώς High Sensitive People (HSP)- έχουν αυτό το έμφυτο χαρακτηριστικό, το οποίο διαμορφώνει την άποψη και τη θέση τους για τον κόσμο γύρω τους. Οι πρώτες αναφορές για αυτό το ανθρώπινο χαρακτηριστικό έγιναν από τον Carl Jung στις αρχές του 20ου αιώνα, ο οποίος και χρησιμοποίησε τον όρο «έμφυτη ευαισθησία». Αρκετά χρόνια μετά η ψυχοθεραπεύτρια Elaine Aron θα ερευνήσει περαιτέρω αυτήν την έννοια και το 1996 θα εκδώσει το βιβλίο «The Highly Sensitive Person» το οποίο και θα αποτελέσει τη βάση στην κατανόηση των ανθρώπων αυτών.
Τρεις στους δέκα ανθρώπους θεωρούνται ως HSP. Αυτό το χαρακτηριστικό μπορεί να τους δημιουργήσει προβλήματα στην καθημερινή τους ζωή τα οποία ξεκινούν από την παιδική ηλικία και συνεχίζουν ως την ενήλικη ζωή. Οι HSP ως παιδιά χαρακτηρίζονται ως ντροπαλά και ευαίσθητα. Αυτό τα φέρνει αντιμέτωπα με δυσάρεστες καταστάσεις όπως ο σχολικός εκφοβισμός και η έλλειψη αυτοπεποίθησης. Επιπλέον, οποιαδήποτε αλλαγή στη ζωή τους την αντιμετωπίζουν με αρνητισμό και ένταση, ακόμα κι αν αυτή είναι για το καλύτερο. Πολλοί το αποδίδουν στην παιδική αφέλεια κι ανωριμότητα αλλά αυτές οι αντιδράσεις είναι σύνηθες φαινόμενο και στη μετέπειτα ενήλικη ζωή.
Οι αλλαγές γενικότερα είναι ένα κομμάτι που «ενοχλεί» και δυσκολεύει τη ζωή των HSP. Από την πιο μικρή αλλαγή μέσα σε ένα χώρο ως μια μεγάλη, όπως είναι μια μετακόμιση ή μετάθεση, μπορεί να τους αποδιοργανώσει και να τους δημιουργήσει άγχος, παρόλο που μπορεί να είναι κάτι ασήμαντο ή αναμενόμενο. Η έμφυτη παρατηρητικότητά τους σε μικροπράγματα, ακόμα και σε αλλαγές, συχνά τους φέρνει σε σύγκρουση με άλλα άτομα τόσο στο οικογενειακό όσο και στο εργασιακό περιβάλλον και ο κόσμος τους χαρακτηρίζει συχνά ως επικριτικούς και υπέρμετρα ομιλητικούς άνευ λόγου.
Οι HSP διακρίνονται και από έντονη ευσυνειδησία. «Πνίγονται» όταν βλέπουν άδικες συμπεριφορές στους γύρω τους, κάνουν τα αδύνατα δυνατά να βοηθήσουν. Και συχνά το κάνουν με άκομψο τρόπο με αποτέλεσμα να γίνονται αντιπαθητικοί και ευέξαπτοι. Διακρίνουν το κακό πιο έντονα από τους άλλους ανθρώπους και εκνευρίζονται αφάνταστα όταν οι γύρω τους δεν κατανοούν τις προειδοποιήσεις τους και δε λαμβάνουν μέτρα.
Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό που δημιουργεί προβλήματα στους HSP είναι η αχαλίνωτη φαντασία και η αστείρευτη δημιουργικότητα. Εκ πρώτης αυτό δε θεωρείται κάτι κακό αλλά όταν οι HSP δεν μπορούν να την εξαντλήσουν σε δραστηριότητες, προτιμούν να κλείνονται στον εαυτό τους και να ταξιδεύουν στον «δικό τους κόσμο». Απομονώνονται δηλαδή από επιλογή και δυσκολεύονται να επανενταχθούν σε κάποιο κοινωνικό σύνολο.
Όπως με το κοινωνικό σύνολο, έτσι και σε συντροφικό επίπεδο οι HSP έχουν δυσκολίες λόγω της ευαισθησίας τους. Αυτό συμβαίνει γιατί συνηθίζουν να ερωτεύονται δυνατά, παθιασμένα και πάρα πολύ γρήγορα. Η κατάσταση αυτή τους φέρνει αντιμέτωπους με μια τόσο έντονη αλλαγή που δεν τους δίνει χρόνο να τη διαχειριστούν και συχνά πελαγώνουν. Το έντονο στρες που τους προκαλείται παρερμηνεύεται από το άλλο μέλος της σχέσης και έτσι δυσκολεύει τη σχέση και δημιουργούνται προβλήματα από το πουθενά. Όταν το άλλο μέλος δεν έχει την απαραίτητη υπομονή, η σχέση φτάνει σε αδιέξοδο και τελειώνει σχετικά γρήγορα, πράγμα που μπορεί να διαλύσει ψυχολογικά έναν HSP. Για το λόγο αυτό αποφεύγουν να κάνουν σχέσεις, χρησιμοποιώντας το σλόγκαν «δε θέλω να πληγωθώ» και γίνονται τρομερά επιλεκτικοί.
Όλες αυτές οι μικρές και μεγάλες αλλαγές, καθώς και ο κόσμος που δεν έχει υπομονή και κατανόηση προς τους HSP, οδηγούν αυτά τα άτομα στην επιλογή της κοινωνικής απομόνωσης και στη δυσκολία ένταξης σε μια ομάδα. Η E. Aron διευκρινίζει στην έρευνά της ότι δεν πρόκειται για κάποια πάθηση ή σύνδρομο αλλά για ένα απόλυτα φυσιολογικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό, που απλά χρειάζεται από τα υπόλοιπα άτομα να δείξουν υπομονή και κατανόηση χωρίς να βγάζουν εύκολα και λανθασμένα συμπεράσματα. Όλο αυτό το περιβάλλον είναι ήδη μια δύσκολη κατάσταση που καλούνται να ζήσουν καθημερινά οι HSP και η έντονη ευαισθησία τους καλεί να διαμορφώσουν μια άλλη στρατηγική επιβίωσης, που διαφοροποιείται συχνά από αυτήν που χρησιμοποιεί η πλειονότητα του κοινωνικού συνόλου.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη