Μόλις μπεις στο γήπεδο μπάσκετ του Αλεξάνδρειου Μελάθρου στη Θεσσαλονίκη και κοιτάξεις ψηλά στην οροφή, θα ξεχωρίσεις σίγουρα την κιτρινόμαυρη φανέλα του Άρη Θεσσαλονίκης με τον αριθμό 6 και το όνομα «Γκάλης» στην πίσω πλευρά. Το χρωστούσε ο Άρης και ο κόσμος της Θεσσαλονίκης στον Νίκο Γκάλη και έγινε πράξη. Πέρα όμως από την «μπασκετομάνα» Θεσσαλονίκη, η χώρα χρωστούσε και κάτι ακόμα. Την απόσυρση της γαλανόλευκης φανέλας. Και η ώρα αυτή έφτασε.

Για να μιλήσουμε για τον μύθο που ακούει στο όνομα «Νίκος Γκάλης», θα μας πάρει χρόνια ολόκληρα. Δεν ήταν ο αθλητής που έφερε τα μετάλλια και τα κύπελλα με τις ομάδες που έπαιξε. Το επίτευγμά του ήταν ότι έφερε τον κόσμο στα γήπεδα. Όχι μόνο τον φίλαθλο κόσμο αλλά και τα μικρά παιδιά που θέλησαν να μάθουν, να γαλουχηθούν και να εντρυφήσουν στο μαγικό κόσμο της πορτοκαλί θεάς. Ό,τι χρώμα κι αν είχε η φανέλα που φορούσε. Κατάφερε σε μια δύσκολη εποχή για τη χώρα, να εκθρονίσει το ποδόσφαιρο και να βάλει το μπάσκετ στις καρδιές των Ελλήνων.

Η δεκαετία του ’80 ήταν η δική του εποχή. Με καταγωγή από τη Ρόδο, γεννήθηκε το 1957 στο New Jersey και το 1979 ο Νίκος Γεωργαλής, ο κατά κόσμον Νίκος Γκάλης, άφησε την πυγμαχία για να στελεχώσει την ομάδα καλαθοσφαίρισης του Άρη Θεσσαλονίκης. Κάθε Πέμπτη που ο Άρης έπαιζε στα ευρωπαϊκά γήπεδα, οι Έλληνες συντονίζονταν στις μικρές οθόνες για να δουν τον άνθρωπο που «νίκησε» τη βαρύτητα. Με ύψος 1,83μ. κατάφερε να υπερνικήσει μεγαθήρια του αθλήματος που τον περνούσαν σχεδόν δύο κεφάλια.

Η ύψιστη διάκριση ήρθε το 1987 με την Εθνική Ελλάδος και την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος σε έναν τελικό που έμεινε αξέχαστος σε μικρούς και μεγάλους. Οι φίλοι της ροκ έχουν συνδέσει το τραγούδι «The Final Countdown» με το θρυλικό συγκρότημα των Europe. Εμείς οι Έλληνες όμως το έχουμε συνδέσει με τις τελευταίες βολές του Καμπούρη και το σφύριγμα της λήξης του τελικού στις 14 Ιουνίου 1987. Ο Νίκος Γκάλης θα αναδειχθεί MVP της διοργάνωσης με μέσο όρο πόντων ανά αγώνα 36,3.

Λίγα χρόνια μετά, θα αφήσει την ομάδα του Άρη για να κλείσει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό το 1995, όταν και κρέμασε τα παπούτσια του. Από τότε αφοσιώθηκε να μυήσει αυτούς που ήθελαν στον κόσμο της καλαθοσφαίρισης μέσω κατασκηνώσεων και τουρνουά. Το 2007 θα ενταχθεί στο Hall of Fame της FIBA και δέκα χρόνια μετά στο Naismith Memorial Basketball Hall of Fame. Κάπως έτσι το όνομά του γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην Παγκόσμια ιστορία του αθλήματος. Τον Μάιο του 2013 ο Άρης τίμησε την προσφορά του Γκάλη στην ομάδα και απέσυρε τη θρυλική φανέλα με τον αριθμό 6 σε μια ιδιαίτερη τελετή στο Αλεξάνδρειο. Κάτι όμως έλειπε: Η ύψιστη διάκριση από την ίδια του τη χώρα. Μπορούμε να πούμε ότι άργησε λίγο αλλά έφτασε.

Στις 4 Αυγούστου 2023, στο ΟΑΚΑ, ο μεγάλος αυτός αθλητής έζησε μια απ’ τις πιο όμορφες στιγμές στην καριέρα του: την απόσυρση της φανέλας που τίμησε με την Εθνική Ελλάδος από την Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης. Πριν ξεκινήσει ο φιλικός αγώνας της Ελλάδας με τη Σλοβενία, 14.000 φίλαθλοι στις κερκίδες σηκώθηκαν όρθιοι, για να φωνάξουν ρυθμικά το όνομα του θεού της ελληνικής καλαθοσφαίρισης. Η φανέλα με τον αριθμό 4 υψώθηκε στην οροφή του γηπέδου εν μέσω αποθέωσης, ενώ κάτω από αυτή -πατώντας γερά στη γη- ο Νίκος Γκάλης συγκινημένος δάκρυσε, κοιτώντας πότε τον κόσμο, πότε τη φανέλα. Οι σχολιασμοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μίλησαν για τον «Θεό που δάκρυσε», αλλά δε λύγισε ποτέ. Ο «Γκάνκστερ» των ελληνικών γηπέδων ένωσε ακόμα μια φορά ένα έθνος. Όχι μόνο το βράδυ της Παρασκευής που μας πέρασε αλλά χρόνια τώρα.

Φέρνοντας τον κόσμο κοντά στο μπάσκετ, προσέλκυσε κόσμο που λάτρεψε το άθλημα και ανέδειξε την επαγγελματική καλαθοσφαίριση. Τη χρονιά της κατάκτησης του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος η ΕΟΚ είχε εγγεγραμμένους καλαθοσφαιριστές περίπου 92000 και μετά από 4 χρόνια αυτός ο αριθμός σχεδόν διπλασιάστηκε. Η γενιά που μεγάλωσε με τις μαγικές εμφανίσεις του Γκάλη ήταν αυτή που έφερε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Εφήβων στο μπάσκετ το 1995, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2005, αλλά και τον τελικό στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα το 2006. Άφησε μια χρυσή κληρονομιά που ανέδειξε μεγάλους αθλητές, όπως ο Βασίλης Σπανούλης, ο Δημήτρης Διαμαντίδης, ο Μιχάλης Κακιούζης και πολλοί ακόμα. Και εμείς απλώς τον ευγνωμονούμε για τις βάσεις που έβαλε, για να βγουν στα γήπεδα τα παιδιά μας να παίζουν με μια μπάλα, μαθαίνοντας τις αξίες που έχει να τους προσφέρει ο αθλητισμός. Και ο Νίκος Γκάλης δάκρυσε, γιατί κατάφερε κάτι σπουδαίο. Όχι μόνο τότε αλλά τώρα και για πάντα. Και τον ευχαριστούμε από καρδιάς για αυτό.

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.