Την πρώτη μέρα της Άνοιξης μας περίμενε μια είδηση που μας σόκαρε και συνεχίζει ακόμη και σήμερα να φέρνει ρίγος. Το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη με τη σύγκρουση των δύο τρένων προκάλεσε μια σειρά δυσάρεστων συναισθημάτων, όχι μόνο στους οικείους των θυμάτων αλλά και στον απλό κόσμο. Οι περισσότερες αντιδράσεις δημοσιεύτηκαν στα social media και μέσα σε λίγες μέρες οι κινητοποιήσεις και οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας γέμισαν πλατείες και δρόμους. Αν και οι περισσότεροι δε γνωρίζαμε τις οικογένειες που έχασαν τους ανθρώπους τους σ’ αυτό το δυστύχημα, μέσω των αντιδράσεων μπήκαμε έστω για λίγα λεπτά στη θέση τους, σκεπτόμενοι τι θα γινόταν αν ήμασταν εμείς σε εκείνο το τρένο ή αν ήταν ο δικός μας άνθρωπος. Και κάπως έτσι το πένθος των οικογενειών αυτών, έγινε συλλογικό.

Για τις οικογένειες των θυμάτων αλλά και για όσους κατάφεραν να βγουν ζωντανοί από τα βαγόνια των τρένων διαβάσαμε ότι στα μέτρα αποζημίωσής τους από την Ελληνική πολιτεία συμπεριλαμβανόταν και η ψυχολογική υποστήριξη. Μετά τις πρώτες δέκα μέρες άρχισε το συλλογικό πένθος να μεταβάλλεται σε συλλογικό φόβο. Έναν φόβο για τα τρένα και για τα ταξίδια γενικότερα. Τέθηκε σε ισχύ το «10306», η γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης για την πανδημία και εκεί μπορούσαν να καλέσουν όσοι βίωσαν την τραγωδία. Η γραμμή αυτή ψυχολογικής υποστήριξης λειτουργεί 24/7. Στη γραμμή αυτή κάλεσαν όμως και κάποιοι άνθρωποι που εκδήλωσαν -εκτός από πόνο για την τραγωδία- φόβο για τα τρένα αλλά και για τα ταξίδια. Εκτός απ’ αυτούς, κάλεσαν και κάποιοι γονείς, προκειμένου να αναζητήσουν απαντήσεις, για να λύσουν τις απορίες των παιδιών τους. Η απορία τώρα παραμένει: Θα περάσει αυτός ο συλλογικός φόβος ή το ταξίδι με το τρένο θα μπει στη μαύρη λίστα;

Για τους γονείς που προσπάθησαν να διαχειριστούν τις απορίες των παιδιών τους, οι ειδικοί πρότειναν τρόπους αλλά και μεθόδους, προκειμένου τα παιδιά να καταλάβουν και να κατανοήσουν το τραγικό αυτό περιστατικό. Βασικό σημείο που προτάθηκε είναι να μιλήσουν στα παιδιά τους με πληροφορίες που αυτά μπορούν να διαχειριστούν, ενώ παράλληλα τους θύμισαν πως η συνεχής έκθεση των παιδιών στη τηλεόραση μπορεί να τους δημιουργήσει φοβίες και άγχος. Τι γίνεται όμως με εμάς τους «μεγάλους» που βλέπουμε, κρίνουμε και ζυγίζουμε τα πράγματα πιο ώριμα;

Η οργή του κόσμου έγινε φόβος πλέον. Το ταξίδι με το τρένο φαντάζει σε πολλούς το «τρενάκι του τρόμου» στο Λούνα-παρκ, δημιουργώντας μια νέα φοβία, την «τρενοφοβία». Από εκεί που το τρένο είναι ένα επίγειο μέσο μεταφοράς, που δεν μπορεί να πέσει ή να βγει εκτός πορείας, έγινε ξαφνικά ένα μέσο που μας φέρνει πιο κοντά στο θάνατο παρά στον τόπο που θέλουμε να πάμε. Αυτή η φοβία έχει αρχίσει να ριζώνει μέσα μας, μαζί με την αγανάκτηση για την εξέλιξη της έρευνας για το δυστύχημα. Και μαζί με αυτήν, αρχίζουν και οι άλλες φοβίες να βγαίνουν στο φως. Ψάχνοντας λοιπόν τη λύση για αυτό το συλλογικό πρόβλημα, ο ψυχίατρος κ. Δημήτρης Παπαδημητριάδης είχε δηλώσει σχετικά στον Ελεύθερο Τύπο ότι είναι κάτι συνηθισμένο μετά από τραγωδίες να επικρατεί ένα συλλογικό πένθος. Ας θυμηθούμε τι είχαμε νιώσει στις προηγούμενες τραγωδίες στα Τέμπη, στις πυρκαγιές στο Μάτι κα. Ο συλλογικός φόβος όμως θα εξαλειφθεί σ’ έναν μεγάλο βαθμό, όταν θα έρθει η κάθαρση. Όπως το είδαμε μετά από κάθε αρχαία τραγωδία. «Κάπου, κάπως να υπάρξει δικαίωση. Ο κόσμος δύσκολα πείθεται ότι θα υπάρχουν βελτιώσεις που θα φέρουν ασφάλεια. Ειδικά με τα όσα έχουν ζήσει, από την κρίση χρέους έως την πανδημία, οι πολίτες έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην αλλαγή και τους θεσμούς. Σ’ αυτήν τη φάση του θυμού, η δικαίωση θα έρθει με την απόδοση ευθυνών» δήλωσε και δεν είχε άδικο.».

Ο κόσμος ζητάει να δοθεί λύση σ’ ένα χρόνιο πρόβλημα. Δε θέλει να φοβάται, για κάτι που παλιότερα έκανε χωρίς άγχος. Ο φόβος, ειδικά όταν έχει μαζική μορφή, φέρνει εκρήξεις και εξάρσεις που δεν μπορούν να υπολογιστούν. Το μυαλό δε σκέφτεται καθαρά. Δεν μπορεί ένα απλό ταξίδι με το τρένο να φαντάζει στο μυαλό μας ως κάτι επίφοβο και σκληρό. Κάποιοι πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους και κάποιοι πρέπει να δικαιωθούν. Κάτι πρέπει να αλλάξει και να είναι για το καλύτερο.

 

Συντάκτης: Κέλλυ Ιακωβίδου
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου