Η ζωή για να θεωρηθεί γεμάτη και πλήρης, πρέπει να κατακλύζεται από στιγμές. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν βόλτες στην παραλία, έρωτες, εκδρομές, ταξίδια και φίλους, λίγους ή πολλούς δεν έχει σημασία. Αν γεμίζαμε λοιπόν έναν τοίχο με φωτογραφίες των στιγμών αυτών, τώρα στα χέρια μας θα κρατάγαμε εκείνη που μας δείχνει μαζί με την παρέα μας, ένα ξημέρωμα, να κάνουμε γκριμάτσες και να ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια.
Το προηγούμενο απόγευμα περιφερόσουν σαν την άδικη κατάρα μέσα στο σπίτι, ήσουν μόνος, βαριόσουν, άδεια όλα τα δωμάτια κι αυτή η σιγή σε τρέλαινε. Λίγο αργότερα το κινητό σου χτύπησε, το μήνυμα απλό, λακωνικό: «Ερχόμαστε!». Οι ετοιμασίες λίγες, ένας κανόνας, να φορέσεις κάτι άνετο, να βάλεις μπίρες και ποτά στις πρώτες θέσεις και να έχεις έτοιμα τα έντυπα των φαγάδικων. Οι κολλητοί σου φθάνουν, χαμογελαστός ανοίγεις την πόρτα. Ένας κρατά πατατάκια, άλλος κινητό (πιο εύκολα φεύγει η ψυχή παρά το χούι) κι άλλος επιτραπέζια. Πάντα οργανωμένη αυτή η παρέα!
Οι πρώτες ώρες περνάνε γρήγορα μέχρι να πείτε τα πρώτα κουτσομπολιά της ημέρας, να φάτε, να πιείτε και να, πήγε ήδη μεσάνυχτα. Ένα μισοτελειωμένο επιτραπέζιο βρίσκεται στη μέση του τραπεζιού, δίπλα σαν γιρλάντα το στολίζουν χαρτοπετσέτες, ποτήρια κι άδεια πιάτα. Δε σας νοιάζει και πολύ όμως, απ’ τα γέλια πιάνετε το στομάχι σας, ούτε που θυμάστε πώς βρεθήκατε σ’ αυτό το σημείο.
Όλα ξεκίνησαν απ’ την αργοπορία σου να ρίξεις τα ζάρια και τώρα ξεκαρδίζεστε γιατί θυμηθήκατε τη μεγαλοπρεπή σαβούρα που έφαγες πρόπερσι το καλοκαίρι στο νησί. Καμία λογική, κανένας ειρμός. Μόνο γέλια κι άλλη μια στιγμή που γίνεται φωτογραφία στον τοίχο σου.
Ξημερώματα, λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος και βρίσκεστε πλέον καθισμένοι έξω στο μπαλκόνι, οι καρέκλες στη σειρά παραταγμένες και τα πόδια να ακουμπάνε τα κάγκελα. Οι «επίσημοι» της οδού, περιμένετε την παρέλαση να ξεκινήσει. Ήταν τα πολλά και συνεχόμενα δικά σου: «Κάντε ησυχία, ακουγόμαστε» και τα παρατεταμένα «Σσσ» που σας ανάγκασαν να μεταβείτε στο επόμενο επίπεδο, τη σοβαρή συζήτηση, το ξενυχτισμένο άνοιγμα της καρδιάς.
Στο σημείο αυτό, στο βεραντάκι, κοιτάζοντας μπροστά τον άδειο δρόμο και με σιγανή φωνή βγάζεις από μέσα σου όλα όσα σε βαραίνουν∙ τους φόβους, τις ανασφάλειες, τα ερωτηματικά για τη ζωή κι όχι μόνο. Είναι η ώρα της εξομολόγησης, η πιο ιερή στιγμή της βραδιάς. Όσα κι αν πεις τώρα, λίγο πριν ο ήλιος ανατείλει κι όλα όσα ακούσεις, θα μείνουν εκεί θαμμένα μαζί με τη στιγμή. Δε θα τα αναφέρετε ξανά, δε θα ρωτήσει κανείς να μάθει περισσότερα, θα τα πάρει μαζί της φεύγοντας η νύχτα. Οι κολλητοί σου κι εσύ με τη σειρά σας θα δεθείτε ακόμα περισσότερο και θα τοποθετήσετε μια ακόμη πλάκα στο κοινό σας μονοπάτι.
Ο ήλιος ανατείλει και φέρνει μαζί του μια καινούρια αύρα, δεν μπορείτε να το εξηγήσετε αλλά για λίγο αφήνεστε να σας παρασύρει το θέαμα. Ησυχία απόλυτη, αλλά ταιριάζει με το σκηνικό κι ο παραμικρός ήχος, αν ακουγόταν, θα ήταν απλά ηχορύπανση. Σηκώνεσαι και λεπτά αργότερα επιστρέφεις με κούπες καφέ στο χέρι. Αυτό είναι το δικό σου «ευχαριστώ» στην παρέα για όσα ζήσατε και σήμερα.
ΥΓ. Οι στιγμές που απαθανατίζεις στις φωτογραφίες μπορεί να μην είναι πάντα χαρούμενες. Δεν έχει σημασία όμως, γιατί όλες τους έχουν μια θέση στον τοίχο σου καθώς και την εκπληκτική ικανότητα να παίρνουν τη θέση τους αυτόνομα, λες κι έχουν ένα σκοπό να υπηρετήσουν.
Επιμέλεια Κειμένου Ματίνας Στυλίδου: Πωλίνα Πανέρη