Έψαχνα τι μου θυμίζει εκείνη η έκφραση των οικείων σου, οι οποίοι κοιτώντας μία τα μάτια σου και μία την κοιλιά σου, λένε αυτό το «καλοπέρασες στις διακοπές ε;». Και φυσικά δεν εννοούν το εξωτικό σου μαύρισμα, αλλά προσπαθούν πλαγίως και με τρόπο να σου επισημάνουν ότι πήρες κάνα πεντόκιλο σε έναν μήνα. Μετά από λίγους συνειρμούς και την τελευταία συσκευασία οικογενειακό καϊμάκι για φέτος, το βρήκα. «Θέλω λίγο χρόνο να μείνω με τον εαυτό μου να σκεφτώ».
Να το ξεκαθαρίσουμε, δεν το λένε όλοι σαν ορεκτικό πριν σερβίρουν τον οριστικό χωρισμό σαν κυρίως. Πολλοί όντως θεωρούν ότι λίγη απομόνωση χωρίς περισπασμούς θα φέρει αντικειμενική σκέψη κι ορθότερες αποφάσεις. Ισχύει όντως όμως, ακόμα και γι’ αυτούς που πραγματικά το πιστεύουν; Δεν είμαι και τόσο σίγουρος τελικά.
Και δεν είμαι γιατί τη συγκεκριμένη μέθοδο τη βλέπω να εφαρμόζεται μόνο στον έρωτα και τις σχέσεις. Δεν έχω ακούσει ποτέ ο ένας συνέταιρος να ζητά άδεια κάνα μήνα απ’ τον άλλον για να μείνει μόνος του να σκεφτεί αν θα συνεχίσει ή θα τερματίσει τη συνεργασία.
Δεν έχω ακούσει ποτέ κάποιον να μετακομίζει για κάνα μήνα απ’ το σπίτι του και να μένει σε ξενοδοχείο για να μείνει μόνος του να σκεφτεί αν θέλει τελικά να πουλήσει το σπίτι του ή όχι. Μόνο στον έρωτα οι άνθρωποι επιλέγουν να δοκιμάσουν τις αντοχές των άλλων, κι όλως τυχαίως υποτίθεται ότι είναι κι οι άνθρωποι που αγαπούν περισσότερο απ’ όλους.
Απέναντι από αυτόν που ζητά τον χρόνο, αυτός που θέλει-δε θέλει, αναγκάζεται να τον δώσει. Είτε φταίει είτε όχι, καλείται να περιμένει την ετυμηγορία, να ζήσει στην αγωνία, περιμένοντας να «αξιολογηθεί» σε μια κατάσταση ως επί το πλείστον τελματωμένη. Ακόμα κι αν τελικά τα εμπόδια ξεπεραστούν, ακόμα κι αν οι δεύτερες ευκαιρίες δοθούν, αυτός ο «χρόνος» είτε ήταν μια μέρα είτε έξι μήνες, δε θα ξεχαστεί ποτέ.
Ο έρωτας δυστυχώς ή ευτυχώς δεν μπορεί να προσεγγιστεί απλουστευμένα και λογικά. Γιατί αν μπορούσε, θα έπρεπε απλώς να σκεφτούμε ότι αν ένα φαγητό χάλασε ή δε σου αρέσει πια, το πετάς στα σκουπίδια, δεν το βάζεις στο ψυγείο.
Θα μου πεις το «μένουμε λίγο μόνοι» δε σημαίνει ότι χωρίσαμε. Ναι όμως δε σημαίνει ούτε ότι δε χωρίσατε. Κι όσο θολό είναι το νόημα αυτής της φράσης, άλλο τόσο κι ακόμα περισσότερο είναι κι η ίδια η σχέση όταν μπει σε αυτή την τροχιά.
Θα μου πεις επίσης ότι ένα διάλειμμα θα δώσει την ευκαιρία να ανακαλύψεις τι κενό θα αφήσει ο άλλος φεύγοντας απ’ τη ζωή σου και να θυμηθείς γιατί τον ερωτεύτηκες. Έλα όχι, αυτό να μην το πεις. Γιατί πολύ απλά αν πρέπει να τον χάσεις για να θυμηθείς γιατί τον ερωτεύτηκες, ε είσαι μαλάκας.
Και πρόσθετα, είσαι και πλεονέκτης μαλάκας, γιατί δεν παίρνεις καν το ρίσκο να τον χάσεις οριστικά, αλλά το κάνεις «πιλοτικά» ζητώντας χρόνο. Α και μην ξεχνιόμαστε ε, τα one night stand και τα καβλαντισματάκια «εν μέσω διαλείμματος», θυμίζουν πεντάχρονα που κλέβουν στο μέτρημα όταν παίζουν κρυφτό.
Όλη αυτή η παράσταση με το χρόνο και την περισυλλογή είναι μια κακή κόπια της διάστασης στην οποία βρίσκονται κάποια έγγαμα ζευγάρια. Κι είναι κακή, διότι σε ένα γάμο και μια οικογένεια διακυβεύονται πολλά περισσότερα από μια βαλτωμένη σχέση, ειδικά αν υπάρχουν παιδιά τα οποία αποπροσανατολίζονται και βρίσκονται άθελά τους στο μάτι του κυκλώνα.
Η διάσταση είναι εκείνος ο χρόνος στον οποίο το ζευγάρι θα ωριμάσει και θα πάρει αποφάσεις όχι για την ερωτική του μόνο ζωή, αλλά κυρίως για την όσο το δυνατό αρμονικότερη μετάβαση της οικογένειας απ’ τη μία κατάσταση στην άλλη. Στην περίπτωση του Μητσάρα και της Μαρίας που απλά έχασαν τη σπίθα τους, μια τέτοια διαδικασία δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από χάσιμο χρόνου. Γιατί για να φτάσει να ζητήσει κάποιος χρόνο, το κλαδί έχει ήδη σπάσει κι απλά κρέμονται με τα ακροδάκτυλά τους από αυτό, περιμένοντάς το να αποκολληθεί κάποια στιγμή ολοκληρωτικά απ’ τον κορμό.
Η σχέση απ’ την πρώτη της μέρα, βάλλεται από μια νόσο που δεν είναι άλλη από τη ρουτίνα. Δεν υπάρχει φάρμακο να τη γιατρεύει, υπάρχει μόνο φάρμακο που δεν την αφήνει να εκδηλωθεί. Και λέγεται χημεία κι ενέργεια. Λέγεται όρεξη για ζωή και συντροφικότητα. Δεν μπορεί ένα ζευγάρι να προσπαθεί να μείνει ενωμένο με τα δυο του μέρη χώρια. Εκτός από παράλογο, είναι κι αφύσικο.
Η ζωή, και κατ’ επέκταση οι σχέσεις, είναι ένας στίβος από πιθανότητες, ένα λαχείο. Μπορεί να ευδοκιμήσει, μπορεί κι όχι, κι αυτό το ξέρουμε όλοι. Δε φταίνε οι εποχές, δε φταίμε ούτε καν εμείς οι ίδιοι πολλές φορές και σίγουρα δε φταίει ο έρμος ο έρωτας.
Αν κάτι φταίει, είναι το συνειδητό μέρος του μυαλού μας, που αντί να αντιμετωπίσει πολλές φορές την αποτυχία του, βρίσκει δικαιολογίες και παρακάμψεις. Φταίει ότι μπερδεύουμε την αγάπη με την εξάρτηση και τη συνήθεια, φταίει που ακόμα και για τον χωρισμό έχουμε εφεύρει έναν προθάλαμό του που λέγεται «θέλω χρόνο».
Κι όταν σε μια σχέση ψάχνεις το κουμπί της παύσης, την οδηγείς μόνος σου να διαβεί το πράσινο μίλι της.
Επιμέλεια Κειμένου Αλέξη Φαραντούρη: Πωλίνα Πανέρη