Από την ώρα που γεννιέσαι, ακούς τουλάχιστον μια φορά το χρόνο εκείνη την ουτοπική ευχή «να τα εκατοστήσεις, πάντα με υγεία κι ευτυχία». Καθώς μεγαλώνεις και αποκτάς συνείδηση, αντιλαμβάνεσαι ότι τα δυο πρώτα σκέλη είναι αδύνατο να πραγματοποιηθούν. Ούτε θα τα εκατοστήσεις, ούτε θα είσαι πάντα υγιής. Κι η ευτυχία; «Μπορώ τουλάχιστον να έχω την ευτυχία;»
Τι θα σήμαινε η ευτυχία αν ήταν μια συνεχής κατάσταση; Πόσο σημαντική θα ήταν σαν ευχή; Τι επιρροή θα ασκούσε ο έρωτας στη ζωή αν μπορούσες να είσαι ευτυχισμένος χωρίς αυτόν; Τι αξία θα είχε η χαρά αν δεν υπήρχαν πίκρες να την ανταγωνίζονται;
Δεν υπάρχει ευτυχισμένη ζωή, παρά μόνο στιγμές ευτυχίας. Μικρά ποτηράκια με νερό που βρίσκεις στην ατέρμονη διαδρομή σου, και σου δίνουν δύναμη να συνεχίσεις την πορεία σου. Τζούρες τσιγάρου για έναν εθισμένο που έχει να καπνίσει ένα μήνα. Ένα σοκολατάκι για κάποιον που πάσχει από ζάχαρο.
Ο Ερνέτστο Τσε Γκεβάρα έλεγε πως «Ευτυχισμένος είναι αυτός που όταν δίνει δε θυμάται, κι όταν παίρνει δεν ξεχνά». Ευτυχία είναι το πρώτο φιλί. Όσα και να έπονται, αυτό θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη. Ευτυχία είναι να παίρνεις στα χέρια σου κάτι άμορφο κι ατσούμπαλο, και βάζοντας το μεράκι σου, να το καμαρώνεις κάποια στιγμή ολοκληρωμένο, όμορφο. Ένα κομμάτι χαρτί που γράφτηκε, μια αντίκα που αναπαλαιώθηκε, ένα σαράβαλο που επισκευάστηκε, έστω κι ένα ντουβάρι που βάφτηκε. Είναι το χαμόγελο ενός ανθρώπου που ξέρεις ότι εσύ προκάλεσες με κάποια πράξη ή κουβέντα σου. Είναι η ευγνωμοσύνη στα μάτια ενός αδέσποτου που το έσωσες από το κρύο και τους κινδύνους και του πρόσφερες τροφή και στέγη.
Είναι κεκτημένο, αλλά όχι και δεδομένο. Σπάνια έρχεται και σε βρίσκει από το πουθενά, κι όποτε συμβαίνει, δεν έχει το εισαγωγικό «ευ», αλλά είναι σκέτη «τύχη». Για να το κερδίσεις, παλεύεις. Πριν καμιά δεκαριά χρόνια το «κυνήγι της ευτυχίας» είχε γίνει ταινία, και απεικόνιζε την πραγματική ιστορία ενός ανθρώπου – διάνοιας τη δεκαετία του ’80. Κοιμόταν σε δημόσιες τουαλέτες και χώρους φιλοξενίας αστέγων, χλευάστηκε, αγνοήθηκε, ταπεινώθηκε, αλλά ποτέ δε παραιτήθηκε, μέχρι να κερδίσει όσα ονειρεύτηκε. Και καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου δε σταματούσε να επαναλαμβάνει στο δεκάχρονο γιο του τη συμβουλή να μην το βάλει ποτέ κάτω. Την ευτυχία δεν αρκεί να τη ζητάς, δεν αρκεί να την αξίζεις, πρέπει και να την ξεθάψεις από τα σκατά που στην έχουν ενταφιάσει οι «συνάνθρωποι». Κι ακόμα και όταν τελικά έρθει, είναι βιαστικός επισκέπτης, δε σε αφήνει να τη χορτάσεις.
Ευτυχία είναι να βρίσκεις έστω και ένα λόγο να χαμογελάσεις για μια στιγμή, όταν όλα πάνε στραβά, όταν αυτή η κοσμική ευρυθμία που κάποιοι ονομάζουν «κάρμα» έχει γείρει μονόπαντα κι έρχεται να σε πλακώσει. Ευτυχισμένος είσαι όταν μετά από τον πόνο και το πένθος για ένα χαμένο έρωτα, γνωρίζεις τον επόμενο, που θα επουλώσει όλες εκείνες τις πληγές που σου άφησε το παρελθόν. Ευτυχία είναι να έχεις δίπλα σου ανθρώπους – σημεία αναφοράς, κατευθυντήριες πινακίδες σε μια ζωή που χωρίς αυτούς μοιάζει ένας αχανής χερσότοπος, στον οποίο αρμενίζεις ακυβέρνητος και αποπροσανατολισμένος. Ευτυχία όμως είναι και να είσαι αυτόνομος, να πατάς στα πόδια σου και να μην προσδοκάς τη στήριξη κανενός. Γιατί όπως έλεγε και ο Σαίξπηρ, η προσδοκία πληγώνει όσο και οι άνθρωποι.
Η ευτυχία μετριέται σε στιγμές. Μικρές στιγμές που εναλλάσσουν τα συναισθήματα. Εκείνες οι στιγμές που νιώθεις τον αέρα που σου στέλνει η σελίδα που γυρίζει, εκείνο το σκίρτημα που δεν μπορεί παρά να κρατήσει λίγο. Η καθημερινότητά σου επικουρική, κι όσο περισσότερο παλεύεις γι’ αυτά που ονειρεύεσαι, τόσο πιο κοντά σου τα φέρνεις. Κι όταν έρθουν, όσο λιγότερο τα θεωρήσεις δεδομένα, τόσο περισσότερο θα κρατήσουν.
Επιμέλεια Κειμένου Αλέξη Φαραντούρη: Κατερίνα Κεχαγιά.