Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, μαζί με το εορταστικό κλίμα των ημερών, έρχεται απρόσκλητη και μια παράξενη μελαγχολία. Ίσως βλέπουμε το τέλος ενός ακόμη χρόνου να πλησιάζει, κι υποσυνείδητα ν’ αρχίζουν οι απολογισμοί. Όλοι θα νιώσουμε γαλήνη για τις σωστές επιλογές που κάναμε, αλλά και πόνο ή θυμό για τις λάθος. Κι όταν τελειώσουμε (όσοι μπαίνουμε στον κόπο να κάνουμε αυτό το βήμα) με την αυτοκριτική μας, προχωράμε στους ανθρώπους που μας περιβάλλουν.

«Στις γιορτές καταλαβαίνεις ποιοι πραγματικά σου λείπουν» λέει ένα ρητό. Μια η πανδημία, μια η μιζέρια που είναι άνευ προηγουμένου, μια οι καθημερινές πια ιστορίες κακοποίησης, δολοφονίας κι εξευτελισμού γυναικών από άντρες που οι ίδιες εμπιστεύτηκαν δίπλα τους ή για κακή τους τύχη τους έλαχε να βρεθούν στον ίδιο εργασιακό χώρο με αυτούς, μια τα πιστολίδια που πέφτουν κάθε βράδυ πια ακόμα και σε γειτονιές λες και ξαφνικά γίναμε το Bronx της Ευρώπης, μια ο αναγκαστικός περιορισμός ελευθεριών που μέχρι πριν δυο χρόνια θεωρούσαμε δεδομένες, κάνουν ένα σακούλι ήδη πολύ βαρύ, το οποίο πρέπει επειγόντως να ελαφρώσει κι αυτή τη φορά πρέπει να αναλογιστούμε το ποιοι μας περισσεύουν. Είτε ως μονάδες, είτε ως κοινωνία ολόκληρη.

Υπάρχει μια ηλίθια ψευδαίσθηση ότι αν δεν είσαι δραστήριος στη ζωή σου, επιλέγοντας ή απορρίπτοντας ανθρώπους, καριέρες ή λύσεις, έχεις κάποιας μορφής «ασφάλεια αποτυχίας». Μια εντύπωση ότι αν δεν έχεις την αποκλειστική ευθύνη μιας επιλογής που ενέχει το ρίσκο να είναι λάθος, αυτό δε θα έρθει να σε βρει, μη συνειδητοποιώντας εν τέλει ότι το να κάθεσαι στη μέση μιας διασταύρωσης δε σε κάνει ασφαλή, αλλά αντιθέτως κινδυνεύεις να σε πατήσει κάθε αμάξι που θα βρεθεί σε αυτή, από όποιο σημείο της κι αν διέλθει. Αυτή η αδράνεια η οποία επιτάσσει να είσαι απλός θεατής ακόμα κι αν χτυπάνε κάποιον αδύναμο μπροστά σου, έγινε το όπλο στα χέρια κάθε κακοποιητή, κάθε μπούλη που εισβάλλει σαν Ταλιμπάν σε χώρους αλλά και ψυχές.

Από τον καιρό που εμφανίστηκε ο Covid19, ταυτόχρονα με τον ιό παρακολουθούμε και τη μεταλλακτική πρόοδο του ανθρώπου. Και μέσα στον πληθωρισμό των -ιατρικού ενδιαφέροντος- ειδήσεων, βλέπουμε και τη συναισθηματική καχεξία που τελικά επικράτησε. Κάτι που ίσως σε ένα παράλληλο σύμπαν μας έφερνε πιο κοντά, τελικά μας έφερε στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου, τον οποίο όμως πολεμά ο καθένας μας μόνος του, εναντίον όλων και χωρίς τη βοήθεια κανενός.

Για να φτάσουμε να δούμε κάτι στο δελτίο ειδήσεων, σημαίνει ότι είδαμε τον επίλογο ενός έργου. «Έβγαλε μαχαίρι». «Έβγαλε ρόπαλο». «Έβγαλε στη φόρα». «Την παρενοχλούσε για χρόνια». Ναι, αυτό είναι η τελευταία παράγραφος ενός κειμένου που τις περισσότερες φορές έχει ξεκινήσει να γράφεται πολύ πριν φτάσει στην οθόνη μας.

Ψυχές που αφέθηκαν σε χέρια ατσούμπαλα κι αδέξια, που έψαξαν την αγάπη σε φωλιές αρπακτικών, και τελικά γέμισαν πληγές, που ακόμα κι ο χρόνος πολλές φορές δε θα καταφέρει να επουλώσει. Μη γελιέσαι, ο χρόνος δεν είναι δέντρο, δεν το βρήκαμε έτοιμο. Ο χρόνος είναι μια ανθρώπινη επινόηση, ώστε να αποκτήσει η κίνηση μέτρα και σταθμά. Ένα μέγεθος υποκειμενικό που μετά από χιλιάδες χρόνια ζωής οι άνθρωποι αποφάσισαν να τον μετράνε από κοινού. Οι συνέπειές του όμως είναι συντριπτικά αντικειμενικές, κι ακόμα κι αν δε φέρνουν το τέλος, φέρνουν μακρόσυρτες μνήμες που ξυπνούν τους «νεκρούς» του καθενός μας τα βράδια και τους αφήνουν να αλωνίζουν γύρω μας. Ή μήπως νομίζεις ότι «νεκροί» είναι μόνο αυτοί που κείτονται κάτω από το χώμα; Ή μήπως δεν έχεις γνωρίσει άνθρωπο που ζει το ίδιο λεπτό για χρόνια; Απλώς επειδή κάποιος ή κάποιοι έχουν ταυτίσει το «θέλω» με το «μου αρέσει» και το «μπορώ», αδιαφορώντας για τις συνέπειες, κι αφήνοντας πίσω καρδιές που θα κουτσαίνουν σε όλη τους τη ζωή σαν τραυματίας τροχαίου, με κάθε κομψότητα, θέληση και συνείδηση χαμένη για πάντα.

Τα τελευταία χρόνια, έχουμε διανύσει αιώνες. Gay φιλιά σε τηλεοπτικές εκπομπές, ανθρώπινα δικαιώματα, GDPR κι ασφάλεια προσωπικών δεδομένων, ποινική αντιμετώπιση κακοποίησης ζώων, οικολογική συνείδηση, είναι όροι που μια δεκαετία πριν θα ήταν παντελώς ακατανόητοι.

Για να φθάσουν όμως όλα αυτά να βρίσκονται στις σελίδες κάποιου ΦΕΚ ή Δικαστικής Απόφασης, κάποιος βγήκε και μίλησε. Κάποιος εκτέθηκε ένα κλικ παραπάνω απ’ όσο ήταν ούτως ή άλλως εκτεθειμένος από τους θύτες του. Κάποιος έβαλε την πάρτη του μπροστά, έχοντας χεσμένο τον κάθε ψευτονοικοκύρη κυρ Παντελή, ο οποίος κυρ Παντελής τις περισσότερες φορές είναι ο πατέρας, ο σύζυγος, ο γκόμενος, ο αδερφός, ο «κόσμος». Πρέπει να τα χάσεις όλα για να τα ξαναβρείς αλλού κι από την αρχή. Κι αν χρειαστεί να παλέψεις για να φύγεις, να παλέψεις. Μακριά από κάθε μιζέρια και αυτολύπηση. Το λάθος δεν είναι απαραίτητα έγκλημα, το έγκλημα είναι όμως απαραίτητα λάθος. Κι αυτή η απλή ισορροπία είναι το απολογητικό υπόμνημα, η πιπίλα κάθε εγκληματία. Το λάθος συγχωρείται, το έγκλημα τιμωρείται. Κι αν δεν μπορείς να είσαι σωστός άνθρωπος, τουλάχιστον να φοβάσαι τις συνέπειες αν επιλέξεις να είσαι ο λάθος.

Ένα βράδυ σ’ ένα καφέ στο Κερατσίνι, ένας Παύλος όρθωσε το ανάστημά του σε κάτι μαυροντυμένους τυπάδες που του την έπεσαν. Αυτός ο ένας Παύλος λίγη ώρα αργότερα κειτόταν άψυχος στο πεζοδρόμιο, γιατί όταν τα έβαλε με τους κακοποιητές του, ήταν μόνος του. Λίγα χρόνια αργότερα, οι περισσότεροι από αυτούς που ήταν η αιτία να σκοτωθεί, βρίσκονται εκεί που ανήκουν πραγματικά. Κάτσε κι αναλογίσου πόσα στομάχια γλίτωσαν από τη λεπίδα, επειδή αυτός ο ένας άνθρωπος δε σιώπησε.

Όταν τα σκεφτείς και θα συμπεράνεις ότι αν εκείνη τη στιγμή του συμβάντος, ο Παύλος δεν ήταν μόνος του, αυτοί οι μαυροντυμένοι τυπάδες δε θα τολμούσαν ποτέ όχι απλώς να του την πέσουν, αλλά ούτε καν να του απευθυνθούν. Αυτόν τον περαστικό που κατεβαίνει από το αμάξι και στέκεται δίπλα στον Παύλο σηματοδοτούν όλα εκείνα τα κινήματα, που δεν αφήνουν κανένα θύμα μόνο του. Πριν το κακό, πριν το έγκλημα, πριν το νόμο.

Να μάθεις να παλεύεις λοιπόν εναντίον κάθε κακοποιητή, κάθε παρενοχλητή, κάθε εισβολέα, κάθε σαλιατρέχουλα και πέφτουλα που δε θα πειθαρχήσει στο «όχι» σου και στα όριά σου, να τον κρεμάς στα μανταλάκια τα οποία αυτός θα σε κρέμαγε χωρίς δεύτερη σκέψη και να τον κυνηγάς μέχρι να σωριαστεί από το τρέξιμο. Να τρέξει τόσο μακριά που να μην τον ξαναδούμε ποτέ, πριν καν προλάβει να κάνει χειρότερο κακό. Μα αυτός είναι άντρας, μα είναι γυναίκα. Μα είναι φίλος, μα είναι γκόμενος, μα είναι εργοδότης, μα προϊστάμενος.

Μα είσαι ένας άνθρωπος, μα είσαι μια ολόκληρη κοινωνία.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου