Αν ξεκινήσουμε να καταμετρήσουμε όσα πάνε στραβά σε αυτό τον τόπο, δε θα μας φτάσει όχι απλά ένα κείμενο, αλλά ούτε μια ζωή. Με όχι ιδιαίτερη δυσκολία, καταντήσαμε το τσαρδί μας κοινωνικό κι οικονομικό Άουσβιτς, ένα μέρος με υψωμένα συρματοπλέγματα γύρω του κι ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα απολύτως να περιμένουν, σε τίποτα να ελπίζουν, που απλά εύχονται να έρθει κάποιος να τους σώσει. Δύο όμως είναι τα σημαντικότερα από αυτά τα στραβά και τυχαίνει να είναι κι οι «μητέρες» των περισσότερων απ’ τα υπόλοιπα.

Το πρώτο είναι το ότι πολλοί από εμάς μπερδεύουν την πονηριά με την εξυπνάδα. Ο ύπουλος θεωρείται ευφυής κι ο κουτοπόνηρος εύστροφος. Το άλλο είναι ότι η παιδεία ταυτίζεται με τη μόρφωση. Κι ακόμα χειρότερα, όποιος δεν είναι μορφωμένος, θεωρείται ότι δεν έχει παιδεία.

Όλες οι συμφορές κι η ανέχεια των προηγούμενων δεκαετιών «φορτώθηκαν» στην αμορφωσιά των παππούδων μας. Κάποιος κατάφερε και τους έπεισε ότι μια κοινωνία για να ζει με αυτάρκεια, πρέπει να έχει ένα δικηγόρο ανά εκατό πολίτες, έναν ιατρό ανά εκατόν πενήντα κι έναν εκπαιδευτικό ανά είκοσι. Κάποιοι έπεισαν τους γονείς μας ότι θα εξασφαλίσουν το μέλλον μας αν ξοδέψουν περιουσίες και πουλήσουν χωράφια για να καταφέρουν να μας σπουδάσουν. Κι οι περισσότεροι το έκαναν.

Στο Ηράκλειο Κρήτης το 2012, μια γυναίκα, σύζυγος και μητέρα αυτοκτονεί. Αφήνει ένα σημείωμα για τον άντρα της στο οποίο μεταξύ άλλων γράφει: «Να προσέχεις την Κατερίνα μας, να την εσπουδάσεις και να μην την αφήσεις ποτέ». Η τελευταία επιθυμία μιας μάνας που ελπίζει το παιδί της να ζήσει καλύτερα απ’ αυτή. Η Κατερίνα θα σπουδάσει μεγαλώνοντας, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Και στο τέλος θα γίνει κι αυτή μέρος αυτής της τεράστιας φούσκας με τις ατελείωτες λίστες ανθρώπων που εξειδικεύτηκαν σε κορεσμένα επαγγέλματα.

Το κράτος έχει συστατικά, όπως το φαγητό και πρέπει να έχουν τις σωστές αναλογίες. Αρχιτέκτονες και μηχανικοί που σχεδιάζουν υδραυλικά δίκτυα, αλλά όχι υδραυλικοί για να τα εγκαταστήσουν. Εκπαιδευτικοί χωρίς να υπάρχουν σχολεία να δουλέψουν, ναυπηγοί χωρίς να υπάρχουν ναυτεργάτες για να χτίσουν βαπόρια.

Πτυχία όχι για να καταξιωθείς σε ένα επάγγελμα που αγαπάς, αλλά για τα μόρια εκείνα που θα σε βάλουν σε κάποια θέση στο δημόσιο, εκεί που όπως έλεγαν οι παλιοί «μήνας μπαίνει-μήνας βγαίνει, είτε λίγα είτε πολλά, θα τα παίρνεις», σε μια χώρα που πνευματικά τελματώνει στη ρουτίνα σαν φαντάρος.

Κανένας δε σου έμαθε το πραγματικό νόημα της μόρφωσης. Που δεν είναι άλλο ότι η γνώση είναι μέσον κι όχι εισιτήριο. Το έμαθες μόνος σου όταν πια είχες βγει πτυχιούχος ενός επαγγέλματος που δεν είχες ονειρευτεί να ασκήσεις, απλά έτυχε και το έβαλες στο μηχανογραφικό. Ένα επάγγελμα που δε σου είπε κανείς ότι είναι σε υπερ-επάρκεια κι ότι μπορεί να βγεις ικανός να το κάνεις, δε θα έχεις όμως την ευκαιρία.

Λάθη επί λαθών και κοινωνικά πειράματα στις πλάτες μας, μας φέρνουν στο σήμερα, το οποίο μας βρίσκει πιστοποιημένα ικανούς σε ειδικότητες που δεν έχουν καμία θέση στην αγορά εργασίας. Η γενιά των επτακοσίων ευρώ όπως λεγόταν περιπαικτικά το 2007, οκτώ χρόνια μετά έχει γίνει η «γενιά μπούμερανγκ».

Παιδιά που ξεκίνησαν τη ζωή τους και λίγο καιρό μετά γύρισαν με τα μούτρα κατεβασμένα και την αυτοπεποίθηση τσακισμένη στα πατρικά τους. Χτυπημένα απ’ την ανεργία ή τους πενιχρούς μισθούς, με τα αυτιά κατεβασμένα στα τριάντα τους να στέλνουν βιογραφικά σε όλο τον πλανήτη απ’ το παιδικό τους δωμάτιο.

Άντρες στην παραγωγικότερη ηλικία τους να μην μπορούν να κερδίσουν ένα μεροκάματο, να ντρέπονται να φλερτάρουν επειδή δεν έχουν την ευχέρεια να βγουν έστω για ένα φαγητό και να κρύβονται πίσω από πληκτρολόγια και καβλαντίσματα. Γυναίκες να χάνουν τα νιάτα τους και τις καριέρες τους, ανυπεράσπιστες στον εργασιακό ρατσισμό να δέχονται τη χλεύη για να μη χάσουν τις πενταροδεκάρες για τις οποίες εργάζονται. Και το κάθε αρχίδι να υποβιβάζει τη νοημοσύνη μας με υποσχέσεις για ένα αύριο πολύ καλύτερο, που εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια περιμένουμε και ποτέ δεν έρχεται.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο δώρο απ’ τη γνώση. Είτε η μόρφωσή σου είναι τεχνική είτε πανεπιστημιακή, είναι το μεγαλύτερο εφόδιο για την πορεία σου. Φθάνουν όμως οι στιγμές εκείνες που δεν αντέχεις να μην αναρωτηθείς αν η άγνοια κάποιες φορές είναι προτιμότερη. Για να βγεις απ’ τα ρούχα σου με την αδικία, πρέπει να την αντιλαμβάνεσαι. Είμαστε οι βάρκες που οι δικοί μας φρόντισαν να έχουμε κουπιά, αλλά κάποιοι άλλοι φρόντισαν μέχρι τότε να στερέψει το νερό απ’ τη λίμνη.

Η συνέχεια άγνωστη. Πριν κάποια χρόνια μπορούσες με σχετική ευκολία να κάνεις εικόνα το ποια θα είναι στο περίπου η ζωή σου μετά από ένα χρόνο. Τώρα πια, δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ούτε για την επόμενη βδομάδα. Τα διαβατήρια που εκδίδονται είναι περισσότερα απ’ τα διπλώματα οδήγησης κι ενώ το ποτήρι του φιλότιμου αδειάζει, το άλλο του θυμού έχει ήδη αρχίσει και ξεχειλίζει.

Γιατί κανείς μας δε ζήτησε πλούτη και κότερα, αλλά μια λιτή μα ικανοποιητική διαβίωση και τα εχέγγυα να δημιουργήσουμε μια οικογένεια που θα ζει με αξιοπρέπεια. Μη μας φθάσετε στο σημείο που δε θα έχουμε πια τίποτα να χάσουμε.

 

Επιμέλεια Κειμένου Αλέξη Φαραντούρη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Αλέξης Φαραντούρης