Τέσσερα χρόνια κραιπάλης και φοιτητικής ζωάρας έφτασαν στο τέλος τους, λοιπόν. Αν είσαι από άλλη πόλη έχεις ακόμη ένα λόγο να είσαι δυσαρεστημένος. Πρέπει να γυρίσεις στο πατρικό. Και ξέρεις πολύ καλά τι συνεπάγεται αυτό.
Όσο προχωρημένοι κι άνετοι κι αν είναι οι δικοί σου, δε συγκρίνεται η ελευθερία που νιώθεις όταν είσαι μόνος στο σπίτι με την ελευθερία που έχεις στο πατρικό. Εντάξει, σίγουρα δε θα σε ρωτήσουν τι ώρα θα γυρίσεις –είκοσι τριών ετών γάιδαρος είσαι πια- αλλά άπαξ και δεν κρεμάσεις τη ζακέτα στον καλόγερο θα γίνει της τρελής. Για να μη μιλήσω για τη βιβλική καταστροφή που θ’ ακολουθήσει σε περίπτωση που αποφασίσεις να περπατήσεις ξυπόλυτος στο σπίτι.
Τώρα που επέστρεψες, θα δυσκολευτείς να κάνεις μεταμεσονύκτιες απρόοπτες μαζώξεις φίλων και γνωστών στο σπίτι σου. Υπάρχει κόσμος που θέλει να κοιμηθεί γιατί το πρωί θα ξυπνήσει για να πάει στη δουλειά. Συνεπώς τα τηλεφωνήματα στις δύο το ξημέρωμα και η ατάκα «έλα από το σπίτι για κρασάκι» ή «έλα από το σπίτι για ταινία» αποτελούν πλέον ένδοξο παρελθόν και ιστορίες που μπορείς να διηγείσαι στα μελλοντικά παιδιά σου.
Εννοείται πως δεν μπορείς να βάλεις μουσική στη διαπασών κι εννοείται ότι δεν μπορείς να λείψεις τρεις συνεχόμενες μέρες από το σπίτι χωρίς να πέσει τηλεφώνημα. Όχι απαραίτητα τηλεφώνημα ελέγχου, αλλά ακόμη κι αυτό το «πήρα να δω που είσαι βρε παιδί μου» δεν το γλιτώνεις. Θα πρέπει ακόμη να μετριάσεις ή έστω να καλύψεις τα πρωινά που γυρνάς μεθυσμένος και δεν μπορείς για κανέναν λόγο να βάλεις το κλειδί στην κλειδαριά. Πιο πολύ για να μην ακούς την επόμενη μέρα ότι «δε χρειάζεται βρε πουλάκι μου να πιεις για να περάσεις καλά».
Για να μην αναφερθώ στο γεγονός ότι απαγορεύεται ρητώς και κατηγορηματικώς να φέρεις γκομενάκι στο σπίτι αν δεν έχετε τουλάχιστον σαράντα χρόνια σχέση και δε γνωρίζουν οι δικοί σου όνομα, επίθετο, ύψος, κιλά, τόπο κατοικίας, καταγωγή και ούτω καθεξής. Στο άκουσμα της λέξης «ξεπέτα» απλά γελάω και σου προτείνω να το βγάλεις από το μυαλό σου αν έτυχε και το σκέφτηκες.
Από την άλλη βέβαια, το να γυρίζεις στο πατρικό έχει και τα καλά του. Έχεις δίπλα σου καθημερινά τους σημαντικότερους και πιο «σταθερούς» ανθρώπους της ζωής σου. Κι ας μη θέλεις ούτε να τους βλέπεις κάποιες στιγμές. Είναι εκεί για σένα όταν κανείς άλλος δεν καταλαβαίνει και θα σ’ αγκαλιάσουν ακόμα κι όταν κανείς άλλος δε θα το κάνει.
Έχεις επίσης το σπιτικό φαγητό της μαμάς που τόσο σου είχε λείψει στα χρόνια της φοιτητικής ζωής. Δε θα επιβιώνεις άλλο με ετοιματζίδικα ή το φαΐ της λέσχης. Θα μαγειρεύει για σένα εκείνη, που τα φαγητά της είναι τα καλύτερα με διαφορά από κάθε εξειδικευμένο σεφ.
Θα έχεις ακόμη πλυμένα και σιδερωμένα τα ρούχα σου και δε θ’ αντικρίζεις ένα σωρό άπλυτα πιάτα μόλις μπαίνεις στην κουζίνα. Κοινώς, η ζωή σου θα γίνει ευκολότερη σε πρακτικά ζητήματα και δε θα ασχολείσαι τόσο με τα του σπιτιού γιατί τα κάνει όλα η μαμά.
Συνεπώς, η επιστροφή στο πατρικό έχει τα καλά της και τα κακά της. Μέχρι όμως να μετακομίσεις ξανά σε δικό σου σπίτι, μην ξεχνάς να παίρνεις ζακέτα πριν βγεις και… μην πατάς εκεί! Ούτε εκεί! Έχει σφουγγαρίσει.