Δεν είσαι ο άνθρωπός μου. Το ξέρω, το ‘χω πια καταλάβει, φρόντισες να μου το κάνεις κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο με τη συμπεριφορά σου. Όσο εύκολα και φυσικά κι αν ξεκίνησε το μεταξύ μας, όσο κι αν ενθουσιαστήκαμε και οι δυο, στην πορεία κάπου χάλασε το πράγμα. Κάπου ύψωσες τείχη εσύ, κάπου γύρισα την πλάτη εγώ, το χάσαμε.
Δεν είσαι ο άνθρωπός μου γιατί τα παράτησες πριν καν προσπαθήσεις. Γιατί «άνθρωπός μου» σημαίνει ότι είσαι κάτι μοναδικό κι εσένα δε σ’ ενδιέφερε καν να γίνεις κάτι μοναδικό. Το βασικό στον άνθρωπο που θεωρείς δικό σου, είναι ότι δε σ’ αφήνει να πέσεις έξω κι εσύ όχι μόνο με άφησες, αλλά με έσπρωξες κιόλας. Μας βοήθησες ν’ αποτύχουμε.
Νόμιζα ότι οι άνθρωποι σαν εσένα όταν θέλουν κάτι τώρα, το διεκδικούν τώρα, γιατί μέχρι αύριο είναι πολύς καιρός. Νόμιζα ότι οι άνθρωποι σαν εσένα δεν αφήνουν πράγματα μισοτελειωμένα κι όταν πραγματικά παθιάζονται με κάτι, αδυνατούν να βάλουν τον κυνισμό τους πιο πάνω. Νόμιζα ότι άνθρωποι σαν εσένα δεν κρύβονται πίσω από υποχρεώσεις και προγραμματισμένες ζωές.
Υπό άλλες συνθήκες δε θα μ’ ένοιαζε τίποτα από τα παραπάνω, ούτε θα καθόμουν μιάμιση μέρα μπροστά στον υπολογιστή σβήνοντας και γράφοντας, προσπαθώντας μάταια να βάλω τις σκέψεις μου σε μια σειρά. Υπό άλλες συνθήκες, θα είχα βρει ήδη κάτι άλλο να ασχοληθώ, θα αδιαφορούσα πλήρως για την καθημερινότητά σου και δε θα σε έβλεπα στον ύπνο μου κάθε βράδυ. Μόνο που ήθελα να είσαι εσύ ο άνθρωπός μου κι ας ξέρω ότι δεν είσαι. Ήθελα να είσαι για όσο –δε με ενδιαφέρουν, ούτε και μ’ ενδιέφεραν ποτέ, υποσχέσεις με χρονικό περιθώριο.
Ήθελα να είσαι εσύ, γιατί ξέρω ποιο είναι το μοναδικό πράγμα για το οποίο ντρέπεσαι και ξέρεις ότι ένας από τους μεγαλύτερους φόβους μου είναι μήπως δε βρω κάτι στο οποίο να είμαι εξαιρετικά καλή. Γιατί είχα βρει τρόπο να συνεννοούμαι χωρίς καμιά προσπάθεια και γιατί καταλάβαινα τους λόγους που σκοτείνιαζες, με την ελάχιστη δυνατή εξήγηση από μεριάς σου.
Ήθελα να είσαι εσύ, γιατί ήσουν ο μόνος που με έβγαζε εκτός προγράμματος και το απολάμβανα. Εγώ, που χωρίς πρόγραμμα δε λειτουργώ, που αν δεν έχω τον έλεγχο για τα πάντα αγχώνομαι μέχρι αηδίας, γούσταρα που με έβγαζες εκτός προγράμματος.
Δε με πείραξε που ήμασταν όλη μέρα έξω και δεν είχα σηκώσει τηλέφωνο σε κανέναν, ούτε που πήγα να σηκωθώ για δουλειά το πρωί κι επειδή μουρμούρισες «πέντε λεπτά ακόμα» άργησα 45 λεπτά.
Για πρώτη φορά δε με ενοχλούσε ο αυθορμητισμός και ανακάλυψα πως μπορείς να είσαι στο ίδιο σπίτι με έναν άνθρωπο 24 ώρες το 24ωρο χωρίς να βαριέσαι, χωρίς να σε πιάνουν τάσεις φυγής, χωρίς να θέλεις να του κοπανήσεις κάτι στο κεφάλι.
Ήθελα να μη μας θεωρείς χαμένη υπόθεση. Να μπορείς να μου ανοίγεσαι, γιατί δεν πρόκειται να καταχραστώ το χώρο που μου κάνεις στη ζωή σου. Ούτε σκοπεύω να καταπατήσω όσα έχεις φυλαγμένα για σένα. Να μάθω επιτέλους όλες τις ιστορίες με τους φίλους σου και κυρίως, να θέλεις εσύ να τις μάθω. Να θέλεις να μου τις πεις, για να με εισάγεις έστω και σαν θεατή σε όσα έχεις ζήσει ως τώρα.
Να μη φοβάμαι κι εγώ να σου πω όσα νιώθω, σκεπτόμενη πως θα τα θεωρήσεις παιδικά και παραφουσκωμένα. Να μπορώ να σου μιλήσω χωρίς να φοβάμαι τον κυνισμό σου –φοβάμαι ήδη το δικό μου. Ήθελα να είσαι άνθρωπός μου, γιατί δε θαυμάζω πολύ κόσμο κι εσύ με κάποιον τρόπο κέρδισες το θαυμασμό μου σχεδόν απ’ την αρχή.
Στην τελική όμως, δεν έχει καμιά σημασία το τι ήθελα. Σημασία έχει ότι εγώ κάθομαι και παιδεύω το μυαλό μου για κάτι που μου αποδεικνύει καθημερινά πως έχει φύγει. Σημασία έχει ότι αν όντως ήταν αμοιβαίο όλο αυτό, θα ‘σουν εδώ κι αυτό το κείμενο δε θα υπήρχε ούτε σαν σκέψη στο μυαλό μου. Σημασία έχει ότι ήθελα να είσαι άνθρωπός μου, αλλά τελικά αποδείχθηκες λίγος γι’ αυτό.